Τρίτη 19 Οκτωβρίου 2010

Δυσοίωνες οι προβλέψεις για Ελληνικό, παραλιακό μέτωπο και Υμηττό

Την προώθηση κυβερνητικών σχεδίων που εγκυμονούν κινδύνους για το χώρο του πρώην αεροδρομίου, του παραλιακού μετώπου και του οικοσυστήματος του Υμηττού, τα οποία θα δουν το φως της δημοσιότητας μετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές του Νοεμβρίου, καταγγέλλουν κάτοικοι και φορείς της περιοχής, καλώντας τους πολίτες να κινητοποιηθούν για την απόκρουσή τους.

Κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, η Συντονιστική Επιτροπή για τη Διάσωση της Παραλίας Σαρωνικού και της Διαδημοτικής Συντονιστικής Επιτροπής για τη Διάσωση του Υμηττού έθεσαν μια σειρά από ζητήματα, τονίζοντας ότι μετά την υπογραφή του μνημονίου συνεργασίας με το Κατάρ, «η εικόνα που υπάρχει είναι ότι το μέλλον της περιοχής θα δυσκολέψει πολύ λόγω και του νέου θεσμού fast track». Κρίθηκε, συνεπώς, σκόπιμο να δοθεί μια συνέντευξη Τύπου - εισηγητές της οποίας ήταν ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητας και Επίτιμος Αντιπρόεδρος του ΣτΕ Μιχαήλ Δεκλερής και ο δήμαρχος Ελληνικού Χρήστος Κορτζίδης - που να αφορά το πρώην αεροδρόμιο Ελληνικού, το παραλιακό μέτωπο και τον Υμηττό.

Για το χώρο του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού μίλησε ο δήμαρχος Χρήστος Κορτζίδης, ο οποίος αναφέρθηκε στη μελέτη του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, το πρώτο μέρος της οποίας έχει ήδη παρουσιαστεί. Ο δήμαρχος Ελληνικού χαρακτήρισε τη δημιουργία του Μητροπολιτικού Πάρκου ως μια λύση «φθηνή, εφικτή και αναγκαία. Μπορεί να γίνει με λίγα σχετικά χρήματα – 50 έως 100 εκατ. μέσα σε ένα βάθος ορισμένου χρόνου. Είναι αναγκαίο για το χώρο και προσπελάσιμο, καθώς δεν είναι έξω από την πόλη, φτάνουν σε αυτό το μετρό το τραμ και 2 οδικοί άξονες».

Σχετικά με το παραλιακό μέτωπο, έγινε λόγος για σχέδια που αναβιώνουν, «καθώς από τους Ολυμπιακούς Αγώνες είχαν δει το φως της δημοσιότητας σχέδια για τη δημιουργία ενός τεχνητού νησιού έξω από την παραλία του Ελληνικού και δύο μεγάλοι βραχίονες που θα έχουν μια μεγάλη μαρίνα τεραστίων διαστάσεων στην αγκαλιά τους», όπως σημείωσε η κ. Μαριλένα Ιατρίδου, μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής για τη Διάσωση της Παραλίας Σαρωνικού.

Ο πολεοδόμος – περιβαλλοντολόγος Πάνος Τότσικας, μέλος της Διαδημοτικής Συντονιστικής Επιτροπής για τη Διάσωση του Υμηττού αναφέρθηκε στο ζήτημα των αυτοκινητοδρόμων του Υμηττού. Ο κ. Τότσικας επισήμανε ότι το σχετικό σχέδιο αλλάζει συνεχώς, με τελευταίο εκείνο του πρώην υπουργού ΠΕΧΩΔΕ Γ. Σουφλιά. «Η τελευταία εξέλιξη προέβλεπε ότι θα γίνει πρώτα το ρυθμιστικό της Αθήνας και στη βάση του θα συζητηθεί η αναγκαιότητα ή μη του σχεδίου για τους αυτοκινητοδρόμους του Υμηττού. Καθώς επιταχύνονται οι εξελίξεις, θα επιδιωχθεί μέσα στα πλαίσια του fast track να ενταχθούν και οι δρόμοι για να αποκτήσει πρόσβαση στο οδικό δίκτυο και ο χώρος του πρώην αεροδρομίου. Αναβιώνουν λοιπόν σχέδια που φέρνουν την επέκταση του περιφερειακού του Υμηττού μέχρι τη λεωφόρο Βουλιαγμένης» υπογράμμισε.

Ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητας και Επίτιμος Αντιπρόεδρος του ΣτΕ Μιχαήλ Δεκλερής, από την πλευρά του, τόνισε ότι «η προστασία του περιβάλλοντος είναι συνταγματική πρόνοια και οι προσπάθειες των κυβερνήσεων βρίσκονται εντελώς εκτός νομιμότητας». Χαρακτηριστικά δήλωσε πως «όπως φτιάχνουν νόμο fast track για να καταρτούν όλα αυτά, πρέπει να φτιαχτεί και ένα fast track για να τους μαζέψει όλους και να τους κλείσει αμέσως στη φυλακή. Διότι οι κινήσεις αυτές συνιστούν μία κατάφωρη παραβίαση του Συντάγματος». Ο κ. Δεκλερής συμπλήρωσε: «Έχουμε ένα σπίτι, το σπίτι ανήκει στο λαό, ο ενοικιαστής μπορεί είναι η κυβέρνηση. Νομίζει ότι μέσα μπορεί να κάνει τα πάντα, το σπίτι όμως έχει κανονισμό, το Σύνταγμα, και έχει και επιμελητές που παρακολουθούν, δηλαδή τη δικαστική εξουσία».

Όπως δήλωσε στο tvxs.gr ο κ. Άκης Μπαδογιάννης, «η συνέντευξη Τύπου πραγματοποιήθηκε με σκοπό να ευαισθητοποιηθεί και να ενημερωθεί η κοινή γνώμη ότι επίκειται η ανακοίνωση σοβαρών κυβερνητικών σχεδίων μετά τις εκλογές που θα απαιτούν την παρουσία ενός ενεργού κόσμου για να αποκρουστούν. Όπως οι πολίτες κατόρθωσαν να αποκρούσουν τα σχέδια Σουφλιά στο αεροδρόμιο και τον Υμηττό, με τον ίδιο τρόπο, ίσως πιο δύσκολα λόγω της ύπαρξης του fast track, θα πρέπει τώρα να αποκρουστούν τα σχέδια που θα δουν το φως της δημοσιότητας για καταστροφή του χώρου του πρώην αεροδρομίου, του παραλιακού μετώπου και του οικοσυστήματος του Υμηττού».

Σάββατο 2 Οκτωβρίου 2010

Μητροπολιτικό Πάρκο Ελληνικού.

Τηλεγραφικά.
Υπεγράφη στις Ηνωμένες Πολιτείες η συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Κατάρ για επενδύσεις στη χώρα μας ύψους 5 δισ. ευρώ από το εμιράτο. Το μνημόνιο συνεργασίας με το Κατάρ περιλαμβάνει την αξιοποίηση και εκμετάλλευση της περιοχής του πρώην αεροδρομίου στο Ελληνικό.

Εισαγωγή.
Εδώ που φτάσαμε, το σωστό από το λάθος και η αλήθεια από το ψέμα δεν απέχουν και πολύ. Η ομίχλη καλύπτει σιγά και σταθερά αυτή την πολιτεία. Μια υπογραφή αρκεί για να επικυρωθεί μια απόφαση, ένα βραδινό νομοθετικό διάταγμα είναι αρκετό για να πάρουν πίσω όλα όσα κατάκτησε μια ...κάποτε κοινωνία. Όχι όμως αυτή η κοινωνία της σιωπής και της αναμονής για μια «θέση στον ήλιο».

Διάλογος.
Ό,τι θυμάσαι χαίρεσαι ... ο κόσμος έχει αρχίσει να στερείται και τα βασικά.
Μην γίνεσαι λαϊκιστής.
Κρίση είναι θα περάσει.
Θα γίνουν μεγάλες επενδύσεις και θα φάει ο κόσμος ψωμάκι.
Είδες κανένα να μιλάει...
Πάντα εξάλλου δεν ήμασταν προτεκτοράτο (για τους νέους υποκατάστημα)
Στις ερχόμενες εκλογές πάλι αυτούς θα ψηφίσουν. Τους ίδιους ... τους ακριβώς ίδιους.

Επίλογος.
Παραθέτουμε επιστολή του Νίκου Μπελαβίλα*. (Δημοσιεύτηκε στο monumenta)



Έρχονται στιγμές που οι επιστήμονες είναι αναγκασμένοι να πάρουν θέση απέναντι στις προκλήσεις των καιρών. Οφείλουν να το κάνουν, σύμφωνα με τα κριτήρια και τις αξίες της επιστήμης τους. Οφείλουν να το κάνουν ακόμη με τη συνείδηση ότι αποτελούν μέρος ενός κοινωνικού συνόλου και με επίγνωση των ευθυνών απέναντι σε αυτό. Καθώς η εποχή των «βασιλικών επιστημόνων» έχει παρέλθει - η εποχή δηλαδή που οι επιστήμονες προσανατόλιζαν τις απόψεις τους στις βουλήσεις των ηγεμόνων.

Εκ μέρους της ομάδας του Εργαστηρίου Αστικού Περιβάλλοντος του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου η οποία μελετά το Μητροπολιτικό Πάρκο του Ελληνικού νιώθω την υποχρέωση να δηλώσω ότι η σημερινή ανακοίνωση περί Μνημονίου με το Κατάρ για το μέλλον του πρώην αεροδρομίου, εξευτελίζει την παράδοση μιας γενιάς πολεοδόμων από τον Αντώνη Τρίτση, τον Γρηγόρη Διαμαντόπουλο, τον Γιώργο Κανδύλη, μέχρι τους σημερινούς ενεργούς συναδέλφους μας, οι οποίοι θεωρούσαν, δίδαξαν και εφάρμοσαν ότι η περιβαλλοντική καταστροφή και το πολεοδομικό αδιέξοδο της Αθήνας οφειλόταν σε τυχάρπαστες και αντιεπιστημονικές αποφάσεις, σε ευκαιριακές πολιτικές επιλογές. Οι οποίοι δίδαξαν ακόμη ότι η πολεοδομία είναι ταυτόσημη έννοια με τη δημοκρατία, τον δημόσιο διάλογο και το κοινό συμφέρον.

Νιώθουμε, όπως και δεκάδες άλλοι συνάδελφοι μας, ταπεινωμένοι μαθαίνοντας ότι στα μακρινά εμιράτα ελήφθησαν αποφάσεις για το μέλλον του μεγαλύτερου ελεύθερου χώρου της Αθήνας, ερήμην των θεσμικών οργάνων της δημοκρατίας, αποφάσεις οι οποίες δεν έχουν ουδεμία σχέση με οτιδήποτε ακούστηκε όλα αυτά τα χρόνια ως ανάγκη, είτε από τη μια είτε από την άλλη πλευρά. Αντιλαμβανόμαστε ότι ο επίσημος δημόσιος διάλογος και οι σοβαρές τεκμηριωμένες επιστημονικές προτάσεις είχαν τελικά αμελητέο βάρος μπροστά στο οικονομικό δέλεαρ.

Φαίνεται ότι οι υπεύθυνοι της λήψης των αποφάσεων για το Ελληνικό, αγνοώντας τις σύγχρονες ευρωπαϊκές αντιλήψεις για την πόλη και το περιβάλλον, πείστηκαν από τους Εμίρηδες του Κατάρ, να ακολουθήσουν το χειρότερο και πλέον αντι-οικολογικό οικιστικό μοντέλο του πλανήτη. Το μοντέλο του Ντουμπάϊ!

Νομίζουμε ότι η επιστημονική συζήτηση έχει ολοκληρωθεί. Από την πλευρά μας κάναμε τη μέγιστη δυνατή προσπάθεια, να θέσουμε τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος και τα ρεαλιστικά σενάρια, ως προς το περιβαλλοντικό και το οικονομικό σκέλος, στο τραπέζι του δημοσίου διαλόγου. Εναπόκειται στην ίδια την κοινωνία, στην αυτοδιοίκηση, στους ενεργούς πολίτες της, να αποφασίσουν ποιόν δρόμο θα ακολουθήσουν σε σχέση με την μέλλον της πρωτεύουσας, αν θα επιτρέψουν δηλαδή ή όχι άλλον έναν αδιέξοδο κύκλο οικοδόμησης και καταστροφής του περιβάλλοντος.
Αθήνα, 23 Σεπτεμβρίου 2010

*επίκουρος καθηγητής Ε.Μ.Π.

Τετάρτη 25 Αυγούστου 2010

Το μυστικό της ηχητικής των αρχαίων θεάτρων

Το μυστικό της ηχητικής των αρχαίων θεάτρων
Η ηχητική των αρχαίων θεάτρων που θαυμάζουμε σήμερα εξασφαλιζόταν με τα αντηχούντα αγγεία που βρίσκονταν κάτω από τα σκαλιά του κοίλου και τα σκηνικά άλλαζαν σχεδόν αυτόματα, όπως αποδεικνύει η πρόσφατη ανασκαφική έρευνα στο Αρχαίο Θέατρο του Δίου. Η τεχνολογία του Αρχαίου Ελληνικού Θεάτρου, και ιδιαιτέρως το Θέατρο του Δίου, έχει απασχολήσει τον αρχιτέκτονα, καθηγητή του ΑΠΘ Γιώργο Καραδέδο, ο οποίος θα παρουσιάσει τα συμπεράσματα της έρευνάς του απόψε στις 7.00 στο πλαίσιο των διαλέξεων των Φίλων του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου (Τοσίτσα 1).
Ο ίδιος μας είπε ότι «τα αντηχούντα αγγεία τοποθετούνταν σύμφωνα με έναν μαθηματικό υπολογισμό σε κόγχες κάτω από τα σκαλιά του κοίλου, διηρημένα σε αγγεία τέταρτης, πέμπτης, όγδοης και διπλής όγδοης, σύμφωνα με τις αντηχήσεις τους στις διάφορες νότες. Οταν η φωνή των ηθοποιών, περιβάλλοντας τα αγγεία, που είναι στον ίδιο τόνο με αυτήν, προκαλεί την αντήχησή τους, γίνεται πιο δυνατή, πιο καθαρή και πιο μεγαλεπήβολη».

Ολα ξεκίνησαν όπως φαίνεται από την εισαγωγή των μαθηματικών και της θεωρίας των αριθμών από τους Πυθαγόρειους στην αρχιτεκτονική. Τότε χρησιμοποίησαν γεωμετρικές χαράξεις στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό των κτιρίων και ειδικότερα των θεάτρων. «Ειδικά ο σχεδιασμός των θεάτρων επηρεάστηκε σημαντικά από την ακουστική, η οποία διαμορφώνεται σε επιστήμη από τον Αριστόξενο τον Ταραντίνο. Ο Βιτρούβιος στο πέμπτο βιβλίο του αναλύει την αρμονική θεωρία του Αριστόξενου και παραθέτει μουσικό διάγραμμα του Αριστόξενου. Το διάγραμμα αυτό δεν έχει σωθεί. Είναι όμως εύκολο να το αναπαραστήσουμε με βάση τις περιγραφές του Βιτρούβιου. Ο Αριστόξενος μας δίνει τις ακριβείς θέσεις και τις προδιαγραφές των "ηχείων", δηλαδή των αντηχούντων αγγείων».



Εκτός από τις αρχαίες πηγές, «σύγχρονες ακουστικές έρευνες αποδεικνύουν ότι στα αρχαία θέατρα έχουν εφαρμοστεί βασικές αρχές σχεδιασμού που εξασφαλίζουν ηχοπροστασία, ακουστική ζωντάνια, διαύγεια και καταληπτότητα του θεατρικού λόγου. Μια από τις βασικότερες αρχές είναι η ενίσχυση της φωνής με έγκαιρες, θετικές ηχοανακλάσεις επάνω σε στοιχεία του θεάτρου (δάπεδο ορχήστρας, πρόσοψη κτιρίου σκηνής, λογείο), για την εξασφάλιση ενός φυσικού, αυτοδύναμου (παθητικού) μεγαφώνου, που αναπληρώνει τις ενεργειακές απώλειες, κυρίως στα υψηλότερα καθίσματα του κοίλου».

Αναπαράσταση του μουσικού διαγράμματος του Αριστόξενου για τη θέση των αντηχούντων αγγείων με βάση την περιγραφή του Βιτρούβιου

Το θέατρο ως λόγος και τέχνη εξελίχθηκε μαζί με το κτίριο της σκηνής, τη σκηνογραφία και την τεχνολογική υποστήριξή της. Οι «σκηνικοί αγώνες» απαιτούσαν τέσσερις έως πέντε παραστάσεις την ημέρα. Επρεπε λοιπόν τα σκηνικά να αλλάζουν γρήγορα και εύκολα. Τα θέατρα διέθεταν «θύρες», μεγάλα ανοίγματα στο κτίριο της σκηνής, τα οποία καλύπτονται με ζωγραφισμένους ξύλινους πίνακες ή υφασμάτινα πετάσματα. Για την αυτόματη αλλαγή των σκηνικών αναφέρεται πως είχαν την «περίακτο», μια πρισματική περιστρεφόμενη κατασκευή. Είχαν επίσης το «εκκύκλημα» το «ημικύκλιο» και το «στροφείο», κυλιόμενες εξέδρες, τη «μηχανή» ή «κράδη» και την «γέρανο» για τη μεταφορά στον αέρα ανθρώπων ή των «από μηχανής θεών» και το «θεολογείο», εξέδρα στην οποία κάθονταν οι θεοί για να μιλήσουν με τους θνητούς. Για την αναπαράσταση καιρικών φαινομένων είχαν το «κεραυνοσκοπείο» και το «βρονείο», καθώς και τη «χαρώνεια κλίμακα», υπόγειο διάδρομο για την άνοδο και κάθοδο στον κάτω κόσμο των χθόνιων θεών και των φαντασμάτων.

Η σύγχρονη έρευνα για τον αρχαίο μηχανολογικό εξοπλισμό των θεάτρων καταλήγει σε αντικρουόμενες απόψεις, υποστηρίζει ο κ. Καραδέδος, γιατί βασίζεται σε ελλιπή δεδομένα. «Στο πρόσφατα ανασκαμμένο Θέατρο του Δίου, όμως, παρά την κακή κατάσταση διατήρησής του, σώθηκαν αρκετά στοιχεία, τα οποία τεκμηριώνουν τη θέση και εν μέρει τη λειτουργία αρκετών από τους θεατρικούς μηχανισμούς, όπως των "περιάκτων", του "θεολογείου", της "γέρανου", της "χαρώνειας κλίμακας", του "κεραυνοσκοπείου", καθώς και ανασυρόμενης αυλαίας χωρισμένης σε τρία τμήματα»

Τρίτη 22 Ιουνίου 2010

Οπλισμός σκυροδέματος – Σίδηρος μπετόν

Σίδηρος: Το χημικό του σύμβολο (Fe) προέρχεται από την λατινική λέξη Ferrum, και είναι το τέταρτο σε αφθονία μέταλλο της γης, κατ’ όγκο (το πρώτο είναι το αργίλιο – δηλ. αλουμίνιο). Σαν μάζα, αποτελεί περίπου το 1/3 της συνολικής μάζας της γης. Οι ειδικοί εκτιμούν δε, ότι ο σίδηρος είναι το 6ο σε αφθονία στοιχείο στο σύμπαν.


Το άτομό του, με 26 πρωτόνια στον πυρήνα και ισάριθμα ηλεκτρόνια σε 4 πολύ απομακρυσμένες στιβάδες, αποτελεί το οικονομικότερο υλικό με την εξαιρετικά ισχυρή συνοχή που απαιτεί ένα τεράστιο πλήθος εφαρμογών, ανάμεσα στις οποίες και ο οπλισμός σκυροδέματος. Την ίδια στιγμή ο σίδηρος είναι απαραίτητο συστατικό του αίματος για την μεταφορά οξυγόνου. Το όνομά του υλικού είναι εφάμιλλο με τη σκληρότητα και την αντοχή. Ο σίδηρος με ελάχιστες προσμείξεις και σχετικά οικονομική επεξεργασία, μετατρέπεται σε χάλυβα (ή ατσάλι) προσφέροντάς μας το απαραίτητο πρόσθετο για να μετατρέψουμε το σκυρόδεμα σε χρήσιμο υλικό για την κατασκευή του σκελετού. Το σκυρόδεμα (μπετόν), με λιγότερο από 1/20 της δύναμης του χάλυβα σε θλίψη, στις περισσότερες περιπτώσεις επαρκεί για τις ανάγκες του σκελετού μιας οικοδομής σε θλιπτικά φορτία. Η αντοχή –ωστόσο- του σκυροδέματος σε εφελκυσμό, είναι τόσο μικρή, που για τις ανάγκες του φέροντος οργανισμού μιας οικοδομής θα πρέπει να θεωρηθεί μηδαμινή. Η όλη εικόνα αλλάζει άρδην όταν οπλίσουμε το σκυρόδεμα με ράβδους από χάλυβα. Τα δύο υλικά έχουν αξιοθαύμαστη συμβατότητα: α. διαστέλλονται και συστέλλονται με τον ίδιο περίπου ρυθμό στις αλλαγές της θερμοκρασίας, β. η αλκαλική σύνθεση του μπετού βοηθάει στην προστασία του χάλυβα από την οξείδωση (σκουριά) και γ. το μπετό προσκολλάται αρκετά δυνατά πάνω στις χαλύβδινες ράβδους που χρησιμοποιούμε για να το οπλίσουμε. Έτσι προσθέτουμε συνήθως χαλύβδινες ράβδους στο σκυρόδεμα ώστε να ενισχύσουμε τα σημεία όπου υπάρχουν εφελκυστικές δυνάμεις: στην περιφέρεια μιας κολώνας και ενός δοκαριού, στο κάτω μέρος μιας πλάκας και στο πάνω μέρος ενός προβόλου (μπαλκονιού). Το αποτέλεσμα του συνδυασμού των δύο υλικών είναι αρκετά καλό σε αμφότερες θλιπτικές και εφελκυστικές δυνάμεις. Μπορεί τώρα να μην αποφασίζαμε να φτιάξουμε ένα αυτοκίνητο ή ένα πλοίο από οπλισμένο σκυρόδεμα, αλλά μία από τις πρώτες χρήσεις οπλισμένου σκυροδέματος έγινε περίπου στα μέσα του 19ου αιώνα όταν ο Γάλλος Joseph Lambot, εφηύρε αυτή τη μέθοδο για την κατασκευή πλοιαρίων.


Βάρος ανα μετρο μήκους βέργας ανα διατομή:
Φ
Κιλά / μ

8
0,39

10
0,62

12
0,89

14
1,21

16
1,58

18
2,00

20
2,46

22
2,98

25
3,85




Ο οικοδομικός σίδηρος έχει πολύ ευμετάβλητη τιμή γιατί η πρώτη ύλη του (ο χάλυβας) είναι χρηματιστηριακό είδος και πουλιέται από τους προμηθευτές σε τέσσερις κυρίως μορφές, οι οποίες τιμολογούνται και διαφορετικά:

α. ράβδοι STAHL, μεγάλου μήκους με νευρώσεις στην επιφάνειά τους. Συχνά αποκαλούνται μπετόβεργες, σιδερόβεργες ή κολωνοσίδερα, γιατί κατά κύριο λόγο απαρτίζουν τον οπλισμό μιας κατασκευής. Να περιμένετε ότι περισσότερο από 50% του συνολικού βάρους του οπλισμού μιας κατασκευής θα αποτελείται από τέτοια σίδερα. Τοποθετούνται στην περιφέρεια των κολωνών, στο πάνω και το κάτω μέρος των δοκών (αλλά συχνά και στις παρειές), αλλά και σταυρωτά (διαμήκως και εγκαρσίως) σε όλες τις επίπεδες επιφάνειες (πλάκες, τοιχεία), σχηματίζοντας αυτό που λέμε σχάρα, συχνά δε σε δύο επίπεδα σχηματίζοντας έτσι διπλή σχάρα. Υπάρχουν σε διατομές διαμέτρου (Φ) από 0,8 έως 2,5 εκ. (ανά δύο χιλιοστά). Σημειώνουμε ότι η διάμετρος είναι καθαρή, δηλαδή μετριέται στο εσωτερικό των νευρώσεων κι όχι στο εξωτερικό τους. Το ίδιο ισχύει και για τους μανδύες παρακάτω. Το βάρος τους ανά μέτρο μήκους δίνεται από τον πίνακα δίπλα:

β. μανδύες (επίσης αποκαλούνται πλέγματα κολωνών ή τσέρκια). Είναι ακριβότερα από τις απλές ράβδους STAHL. Κόβονται από επίπεδα πλέγματα τυποποιημένων διαστάσεων και διπλώνονται (διαμορφώνονται) στην μάντρα. Ακολούθως τοποθετούνται στην περιφέρεια της διατομής μιας κολώνες ή μιας δοκού, εξωτερικά από τα κολωνοσίδερα, τυλίγοντάς τα μ’ αυτό τον τρόπο. Έτσι δεν επιτρέπουν στην κολώνα ν’ ανοίξει στην περίπτωση σεισμού. Οι μανδύες αποτελούνται από μπετόβεργες STAHL τοποθετημένες παράλληλα και συνδεδεμένες σ’ αυτή τη διάταξη με εγκάρσια λεπτά σιδεράκια πάχους 3 ή 4 χιλιοστών ηλεκτροκολλημένα πάνω σ’ αυτές. Υπάρχουν άμεσα διαθέσιμοι μανδύες μόνο σε Φ8, Φ10 και Φ12, και μόνο ανά 10 εκ.. Σε άλλα μεγέθη (διαφορετικές διατομές ή/και πυκνότητες) θα πρέπει να παραγγελθούν στο εργοστάσιο, κάτι που σημαίνει σημαντική καθυστέρηση στο έργο. Αν η στατική μελέτη προβλέπει μανδύες Φ8/12, τότε αντί να προσπαθήσουμε να βρούμε ένα εργοστάσιο που θα δεχτεί να φτιάξει τέτοιους μανδύες για την ποσότητα που χρειαζόμαστε θα πρέπει μάλλον, να τοποθετηθούν μανδύες Φ8/10. Αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι βάζουμε περίπου 20% περισσότερο οπλισμό στους μανδύες (από ότι προβλέπει το σχέδιο). 30 με 50% του συνολικού βάρους του οπλισμού μιας συμβατικής κατασκευής θα αποτελείται από μανδύες.

γ. Δομικά πλέγματα: Αποτελούνται από λεπτές μπετόβεργες διατομής 4 έως 6 χιλιοστών, ηλεκτροκολλημένων μεταξύ τους σε ορθογωνική διάταξη (καρέ). Τα ορθογώνια που σχηματίζονται είναι διαστάσεων από 10 έως και 25 εκ.. Τα πλέγματα έχουν συνήθως διαστάσεις 2 επί 5 μ.. Χρησιμοποιούνται για την ενίσχυση πλακών που ακουμπούν στο έδαφος και δεν έχουν μεγάλες απαιτήσεις για οπλισμό. Συχνά αυτές τις πλάκες τις λέμε γκρό μπετό, γιατί είναι σχεδόν (αλλά όχι ακριβώς) άοπλο. Τις περισσότερες φορές τέτοιο είναι το δάπεδο του υπογείου μας, ή ένας διάδρομος από μπετό στον κήπο μας. Σε σημεία που μπορεί να έχουν αυξημένες φορτίσεις μπορεί να τοποθετηθούν διπλά πλέγματα.

δ. κοινό σίδερο: μπετόβεργες χωρίς τις νευρώσεις που έχει το STAHL. Χρησιμοποιούνται μόνο σε βοηθητικές εργασίες του καλουπώματος (π.χ. φουρκέτες) και αποτελούν ένα ελάχιστο μέρος της συνολικής απαιτούμενης ποσότητας οπλισμού.


Πόσος χάλυβας περίπου αναλογεί ανά κυβικό μέτρο μπετού? Ανάλογα και με τις αντισεισμικές απαιτήσεις της κατασκευής μπορούμε να περιμένουμε ότι θα έχουμε από 80 μέχρι 140 κιλά χάλυβα ανά κυβικό. Οι πλάκες και τα τοιχεία έχουν συνήθως λιγότερα κιλά, ενώ οι κολώνες και τα δοκάρια έχουν πολύ περισσότερο. Σε κάθε περίπτωση στο τέλος του έργου δεν θα πρέπει να περισσεύουν πολλά σίδερα, αλλά στις ενδιάμεσες φάσεις καλά είναι να έρχεται και κανένα σίδερο παραπάνω που θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί μετά.


Μπορεί να προμετρηθεί με ακρίβεια? Όχι. Ο υπολογιστής που τρέχει τη στατική μελέτη της κατασκευής παράγει τις ποσότητες του χρησιμοποιούμενου χάλυβα, αλλά αυτή η εκτίμηση δεν περιέχει τις φύρες που θα υπάρξουν, ή τις αναμονές που θα πρέπει να αφεθούν.

Οι αναμονές: προεκτάσεις των κολωνοσίδερων πάνω από το ύψος της επόμενης σκυροδέτησης ώστε να συνδεθούν με την μεθεπόμενη σκυροδέτηση. Το ύψος των αναμονών θα πρέπει να προβλεφθεί επαρκές. Συνήθως σκυροδετούμε τις κολώνες του ενός επιπέδου, ακολούθως την πλάκα και μετά τις κολώνες του επόμενου επιπέδου. Σ’ αυτή την περίπτωση θα πρέπει οι αναμονές των πρώτων κολωνών να είναι αρκετές για την σύνδεση με τις κολώνες του δεύτερου επιπέδου. Το μήκος των αναμονών θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 70Φ, δηλ. 70 φορές το διαμέτρημα του χάλυβα. Μετά από κάθε σκυροδέτηση οι αναμονές θα πρέπει να καθαρίζονται, ώστε να επιτρέπεται στο μπετό της επόμενης σκυροδέτησης να δέσει καλά τον οπλισμό.

Τσέρκια: πρέπει να έχουν τις απολήξεις τους διπλωμένες στις 45 μοίρες και τα κολωνοσίδερα που προβλέπεται να είναι στις γωνίες των απολήξεων θα πρέπει να είναι πάντα στο εσωτερικό των γωνιών κι όχι εξωτερικά γύρισμα της απόληξης του τσερκιού που θα πρέπει να αποφεύγεται.

Αποστάτες: θα πρέπει παντα να τοποθετούνται ώστε να διασφαλίζεται η απαιτούμενη επικάλυψη του οπλισμού με μπετό.


Προέλευση: Όταν αναθέσετε το έργο, ρωτήστε τον εργολάβο μπετού από πού προμηθεύεται τα σίδερα του οπλισμού. Σίγουρα θα θέλετε να είναι Ελληνικής ή Ευρωπαϊκής προέλευσης (γιατί σ’ αυτή την περίπτωση έχουν σίγουρα καλές προδιαγραφές). Επιπλέον θα είναι προτιμότερο να προέρχονται από μία στεγασμένη μάντρα. Σε διαφορετική περίπτωση μπορεί να είναι ήδη σκουριασμένα όταν φτάσουν στο έργο. Αν έχετε συμφωνήσει ελληνικά σίδερα βεβαιωθείτε ότι είναι έτσι ελέγχοντας την ανάγλυφη ένδειξη ανάγλυφη ένδειξη του εργοστασίου παραγωγής. Τέλος, διαλέξτε μία αξιόπιστη μάντρα που δεν κλέβει στις ποσότητες. Αλλιώς θα πετύχετε να κάνετε ένα κιλό βαμβάκι να ζυγίζει περισσότερο από “ένα κιλό” σίδερο.

Πέμπτη 27 Μαΐου 2010

Ποδηλατόδρομος Μ. Γερουλάνου

Αγαπητοί συνδημότες
Ονομάζομαι Ηλίας Πέτρου είμαι Αρχιτέκτονας και ζω στην Αργυρούπολη με την οικογένειά μου από το 1992.
Θα ήθελα να πω δυο λόγια σχετικά με το έργο του ποδηλατόδρομου στην Μαρίνου Γερουλάνου.
Είδαμε να ξεκινάει το έργο της κατασκευής του ποδηλατοδρόμου.
Με μεγάλη απορία μάθαμε οτι υπάρχουν αντιδράσεις, κυρίως από τους επαγγελματίες που έχουν επιχειρήσεις στην Γερουλάνου.
Για αυτό βρισκόμαστε εδώ σήμερα, για να συζητηθεί δηλαδή και αυτό το θέμα στο δημοτικό συμβούλιο।
Η δική μου παρέμβαση είναι αυτή -του πολίτη που ενδιαφέρεται για την πόλη του και θέλει να την βλέπει να γίνεται όλο και καλύτερη όλο και πιο ανθρώπινη। Ενδιαφέρομαι όπως όλοι μας για εμάς και τα παιδιά μας μέσα στον χώρο που ζούμε και την ποιότητα που μπορούμε να πετύχουμε για τον χώρο αυτό εμείς οι ίδιοι με την στάση μας και τις αποφάσεις που παίρνουμε και αφορούν στην οργάνωση της πόλης.Έψαξα να ενημερωθώ για το έργο. Βρήκα πληροφορίες στην ιστοσελίδα του Δήμου «argyroupoli.gr».

Γιατί αυτοί οι άνθρωποι αντιδρούν? τι δεν τους αρέσει από το έργο? τι φοβούνται ότι θα χάσουν? Στην άσχημη περίοδο που διανύουμε με την οικονομία όλοι περνάμε δύσκολα και έχουμε δίκιο να είμαστε ανήσυχοι।

Σκέπτομαι το έργο και αυτά που ακούω από τους συνδημότες μου τα θετικά και τα αρνητικά φτιάχνω μια ζυγαριά και προσπαθώ να ζυγίσω τα υπέρ και τα κατά.
• θα γίνει ολική ανακατασκευή του πεζοδρομίου στην μια πλευρά της Γερουλάνου και στην νέα μορφή που θα πάρει το πεζοδρόμιο θα υπάρχουν δυο λωρίδες μια ανά κατεύθυνση για τα ποδήλατα ΚΑΛΟ ΑΥΤΟ. Θα μπορούμε να κυκλοφορούμε με ποδήλατο στην πόλη μας ΠΟΛΥ ΚΑΛΟ (Σήμερα ένας ενήλικας μπορεί να το κάνει? ναι αλλά με πολλά εμπόδια, ένα παιδί? όχι δυστυχώς κινδυνεύει.)
• Η διαδρομή του ποδηλατοδρόμου θα γίνει σε όλο το μήκος της Γερουλάνου ΚΑΛΟ ΑΛΛΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΟ Θα έπρεπε η διαδρομή να είναι πιο μεγάλη και να καλύπτει το σύνολο του δήμου. Αξίζει να το προτείνουμε και ας ελπίσουμε να γίνει σε μια δεύτερη φάση.
• Θα προβλεφτούν και διαδρομές που θα συνδέουν τον μικρό ποδηλατοδρόμο με το μετρό καλό και πολύ χρήσιμο.
• Θα υπάρχουν και δημοτικά ποδήλατα ΠΟΛΥ ΚΑΛΟ το έκαναν στο Παρίσι και σε πάρα πολλές μικρές και μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, εκεί πέτυχε, οι πολίτες τα χρησιμοποιούν τα δημοτικά ποδήλατα και εξυπηρετούνται.
• Θα διευθετηθούν οι θέσεις στάθμευσης με οριοθέτησή τους από την κατασκευή των πεζοδρομίων έτσι ώστε στις διασταυρώσεις να τηρείται η οδηγία του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας και τα αυτοκίνητα να μην παρκάρουν στις γωνίες οι πεζοί και τα ποδήλατα την στιγμή που διασταυρώνονται με τα αυτοκίνητα θα έχουν την απαιτούμενη ορατότητα να διασχίσουν την διασταύρωση χωρίς να κινδυνεύουν. ΚΑΛΟ ΑΛΛΑ ΘΑ ΜΕΙΩΘΟΥΝ ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΣΤΑΘΜΕΥΣΗΣ αυτές οι παράνομες που για κάποιο παραλογισμό που μας διακατέχει τις έχουμε αποδεχθεί. Κάτι πρέπει όμως να κάνουμε για τις θέσεις στάθμευσης έχουμε ανάγκη κι άλλες πολύ περισσότερες.
• Θα μειωθεί το πλάτος του οδοστρώματος δηλαδή εκεί που κυκλοφορούν τα οχήματα ΔΥΚΟΛΕΥΟΜΑΙ ΝΑ ΤΟ ΒΑΛΩ ΣΤΗΝ ΖΥΓΑΡΙΑ χρειάζομαι μια πιο τεχνοκρατική προσέγγιση για το κυκλοφοριακό στην Αργυρούπολη τι θέλουμε να πετύχουμε? που θέλουμε να ρίξουμε το βάρος της κυκλοφορίας και που θέλουμε να την κάνουμε πιο ήπια? σίγουρα έχουμε ανάγκη από μια γενικότερη μελέτη που να δίνει κατευθύνσεις τι να γίνει για να εξασφαλίσουμε τις ανάγκες μας.
• Κάποιος είπε δεν θα μπορούμε να διπλο-παρκάρουμε για να κάνουμε τις αγορές μας και να ενισχύουμε με αυτό τον τρόπο τον αγαπητό επιχειρηματία συμπολίτη μας αυτό το να διπλο-παρκάρουμε ΠΟΥ ΝΑ ΤΟ ΒΑΛΩ ΣΤΗ ΖΥΓΑΡΙΑ το ξεπερνώ γιατί άλλωστε χαμηλώνει πολύ το επίπεδο της κουβέντας।

Προσωπικά βλέπω πως ο ποδηλατόδρομος είναι ένα θετικό έργο για την πόλη μας।

Συμφωνώ ότι τα στοιχεία που θα με βοηθούσαν για να πάρω την απόφαση αν δέχομαι το έργο η οχι δεν είναι πλήρη. Με την εμπειρία μου ίσως (είμαι μελετητής και έχω βρεθεί αρκετές φορές στην θέση να πάρω αποφάσεις) μπορώ να δώ ότι το έργο θα εξυπηρετήσει την πόλη και τους πολίτες θα αναβαθμίσει την συνολική ποιότητα της ζωής μας τόσο αισθητικά όσο και λειτουργικά.
Οσο για τους συμπαθέστατους επιχειρηματίες πιστεύω ότι τελικά θα ωφεληθούν από την αναβάθμιση της Γερουλάνου όπου έχουν γίνει δρόμοι ήπιας κυκλοφορίας η πεζόδρομοι η εμπορική κίνηση μεγαλώνει ίσως το θέμα να είναι αν θέλουμε και άλλη εμπορική κίνηση ` στην Γερουλάνου।

Αυτό που μας λείπει για να κατανοήσουμε την αναγκαιότητα και την τελική ποιότητα όπου αυτή υπάρχει τέτοιων αποσπασματικών έργων όπως ο μικρός ποδηλατόδρομος της πόλης μας είναι ένα όραμα ένα κοινό όραμα για το σύνολο της πόλης που ζούμε.
Οι αρχιτέκτονες οι μηχανικόί οι πολεοδόμοι έχουμε μάθει στις σπουδές μας πως όταν έχουμε να μελετήσουμε και να σχεδιάσουμε για την υλοποίηση κάποιου έργου το κάνουμε εξετάζοντας το περιβάλλον του έργου πρώτα στην μεγάλη κλίμακα και κατόπιν στην μικρή Πρώτα στον γενικό χώρο και διαδοχικά στους μικρότερους μέχρι να φτασουμε στον τμήμα του χώρου που αφορά το συγκεκριμένο έργο ας πούμε του ποδηλατόδρομου της Γερουλάνου. Το λέω αυτό γιατί κατανοώ πλήρως την ανησυχία όλων εκείνων που αντιδρούν. Ανησυχούν για το αβέβαιο μέλλον και την διαμόρφωση της ζωής μας από τα δημοτικά έργα. Δεν έχουμε τα στοιχεία που θα μας έδιναν την ξεκάθαρη εικόνα του τι τελικά θα πετύχουμε ξεκινώντας με τον κάθε ποδηλατόδρομο με το κάθε έργο και τις συνέπιες καλές η κακές που θα φέρει αυτό στην ζωή της πόλης μας. Θα είναι μόνο αυτό το κομμάτι ή θα επεκταθεί σε όλη την πόλη Τα αυτοκίνητα πού θα χωρέσουν? μήπως υπάρχει χώρος για δημόσια παρκινγκ? Το αυτοκίνητο που έχει σήμερα τον πρώτο ρόλο στις μετακίνησης για κάθε απόσταση μακρινή η κοντινή μήπως στα όρια του δήμου μπορεί να αντικατασταθεί πχ από ασφαλείς και ευχάριστες πεζές η ποδηλατικές διαδρομές? Έχουμε κάτι άλλο στο μυαλό μας που μπορεί να μας καλυτερεύσει την ζωή? Αποφάσεις πρέπει να παίρνονται αλλά δεν βλέπω οι άνθρωποι να σκέφτονται ιδιαίτερα την ευρύτερη στρατηγική.
Όλα αυτά και πάρα πολλά άλλα επιμέρους ζητήματα πρέπει κατά την γνώμη μου να οργανωθούν και να αντιμετωπιστούν κάτω από το γενικό ΘΕΜΑ: που έχει τίτλο η οργάνωσης και η διαχείρισης του δημόσιου Χώρου
Η οργάνωση και η διαχείριση του δημόσιου Χώρου πρέπει μα γίνει ένα ζήτημα ανοιχτό στους πολίτες και να βρεθεί ο τρόπος να δραστηριοποιηθούμε όλοι για αυτό.
Το κοινό όραμα της καλύτερης της πιο ανθρώπινης πόλης πρέπει να σχεδιασθεί καθαρά και να αποτυπωθεί σαν εικόνα σαν φωτογραφία, να γίνει αποδεκτό από την πλειοψηφία των πολιτών, να αποτελεί για την δημοτική διαχείριση τον προγραμματισμό που θα υποδεικνύει το τι πρέπει να γίνει να προκύψουν από αυτό δράσεις και έργα και να σχεδιαστεί η υλοποίησή τους σε ορίζοντα μακροπρόθεσμο, μεσοπρόθεσμο και άμεσο.
Το κοινό όραμα αυτό να δίνει σε όλους μας τον στόχο για έργα και δράσεις χωρίς αντιπαραθέσεις για το καλό της πόλης και του κοινωνικού συνόλου।

Δευτέρα 8 Μαρτίου 2010

Jacques-Alain Miller

Ψυχανάλυση της οικονομικής κρίσης१
Ερώτηση: Όπως θα μας υπενθύμιζε η ετυμολογία, υπάρχουν διάφορες συγ-
γένειες μεταξύ της λέξης ‘κρίση’ και της λέξης ‘κρίσιμος.’ Η κρίση παραπέμπει στη
γνώμη ή την απόφαση, αλλά αποτελεί περισσότερο από κάθε τι άλλο ένα σημείο δια-
κλάδωσης, όπως μια ασθένεια που μπορεί να οδηγήσει στο θάνατο ή στη θεραπεία.
Για τον ψυχαναλυτή, ποια είναι η έννοια της λέξης κρίση;
Jacques-Alain Miller: Ο ψυχαναλυτής είναι “φιλικός με την κρίση.” Η εισαγω-
γή στην ψυχανάλυση πάντοτε αποτελεί για το υποκείμενο μια κρίσιμη στιγμή, που
ανταποκρίνεται σε μια κρίση ή ξεσκεπάζει μια κρίση. Μόνο, αφού αρχίσει, η ψυχα-
νάλυση γίνεται μια σκληρή εργασία. Κρίση κλάματος; Περιμένετε μέχρι να περάσει.
Κρίση αγωνίας, επίθεση πανικού; Ηρεμείτε. Κρίση τρέλας; Αποφεύγετε να την αρχί-
σετε.. Επιπλέον, κάθε συνεδρία είναι σαν μια μικρή κρίση, που περνά από παροξυσμό
μέχρι να ξεκαθαρίσει. Κοντολογίς, υπάρχει κρίση με την ψυχαναλυτική έννοια, όταν
η ομιλία, ο λόγος, οι λέξεις, τα σχήματα, οι τύποι, η ρουτίνα, όλοι οι συμβολικοί μη-
χανισμοί, αποδεικνύονται ξαφνικά ότι είναι αδύνατο να ελέγξουν το πραγματικό, που
διαμορφώνεται όπως νά ’ναι. Η κρίση είναι το πραγματικό αχαλιναγώγητο, το αδύνα-
το να ελεγχθεί. Το ισοδύναμο, στον πολιτισμό, εκείνων των θυελλών, με τις οποίες η
φύση περιοδικά υπενθυμίζει στην ανθρωπότητα την επισφάλειά της, την τρωτότητά
της.
Ε.: Πώς ερμηνεύετε τον φόβο να χάσουμε χρήματα, τα χρήματά μας; Η συ-
γκέντρωση χρημάτων είναι το ίδιο πράγμα για έναν μικρό αποταμιευτή, όπως για
έναν δισεκατομμυριούχο;
JAM: Συμβαίνει τις τελευταίες βδομάδες να κουράρω έναν ασθενή, δισεκατομ-
μυριούχο και μανιακό, ο οποίος συχνά μου ανακοίνωνε γελώντας ότι μόλις εκείνο το
πρωί είχε κερδίσει ή χάσει ένα εκατομμύριο δολάρια σπεκουλάροντας με το συνάλ-
λαγμα. Το κόστος της συνεδρίας ήταν γι’ αυτόν κάτι σαν ένα φιλοδώρημα, κάτι ανύ-
παρκτο. Κατέληξε να χρεοκοπήσει. Υπάρχουν όμως κι άλλοι τύποι δισεκατομμυριού-
χων, πιο συντηρητικοί, ακόμη και μίζεροι, και πιο ενημερωμένοι. Αλλά αν είσθε
πραγματικά πλούσιοι, τότε μάλλον δεν μπορείτε να κάνετε ψυχανάλυση, γιατί δεν
μπορείτε να πληρώσετε, δεν μπορείτε να δώσετε κάτι το σημαντικό για σας: η ψυχα-
νάλυση γλιστρά από τα δάκτυλά σας όπως το νερό πάνω στα φτερά της πάπιας. Ο
“μικρός αποταμιευτής”; Αν αποταμιεύεις ή μαζεύεις, σημαίνει ότι θυσιάζεις την επι-
θυμία, ή τουλάχιστον την αναβάλλεις. Το κουτί του Harpagon (του ήρωα του Μο-
λιέρου) είναι το κουτί της απόλαυσης, αλλά της ψυχρής απόλαυσης. Το χρήμα είναι
ένας σηματοδότης χωρίς σηματοδότηση, που σκοτώνει όλες τις σηματοδοτήσεις.
Όταν αφιερώνεται κανείς στο χρήμα, η αλήθεια χάνει το νόημα, το μόνο που τότε έχει
κανείς μπροστά του είναι μια παγίδα.
Ε.: Το δέλεαρ του κέρδους, η επιθυμία να στοιβάζεις μεγάλα χρηματικά ποσά,
κάνουν κάτι το εξωπραγματικό. Μια τέτοια ώθηση προς τον πλούτο σχετίζεται με την
ενόρμηση του θανάτου;
JAM: Ναι, η ώθηση της αποταμίευσης διαλογίζεται ανοιχτά το θάνατο, τον
τρόμο της αρρώστιας, την επιθυμία της διαιώνισης μέσω των απογόνων. Υπάρχει
όμως ακόμη κι η ώθηση του δανεισμού, αν μπορώ να το πω έτσι, με την κατανάλωση
σαν την ύστατη συνέπειά της, η ασταμάτητη σπατάλη. Και μετά υπάρχει κι η ώθηση
του χρήματος χάρη του χρήματος, η καθαρή ευχαρίστηση της αποθησαύρισης. Θάνα-
τος, απόλαυση κι επανάληψη, αυτές είναι οι τρεις πλευρές μιας πυραμίδας, της οποίας
η βάση δίνεται από την ασυνείδητη φύση του χρήματος: κι εδώ έχουμε να κάνουμε με
το πρωκτικό αντικείμενο. Τι βλέπουμε αυτή τη στιγμή της αλήθειας για την οικονομι-
κή κρίση, στην οποίαν είμαστε; Ότι τίποτε δεν αξίζει, ότι το χρήμα είναι σαν τα σκα-
τά! Εδώ βρίσκεται το πραγματικό, που αναστατώνει όλα τα λόγια. Κάποιοι το λένε,
ευγενικά, “τα τοξικά κεφάλαια”.. Ο πάπας Βενέδικτος ο 6ος, πάντοτε οξύνους, έσπευ-
σε αμέσως να επωφεληθεί από την οικονομική κρίση: “αποδεικνύει,” έλεγε, “ότι τα
πάντα είναι μάταια κι ότι μόνο ο λόγος του Θεού ισχύει!”
Ε.: Η κρίση αυτή εμπεριέχει μια έντονη ψυχολογική διάσταση. Τι εξηγεί τις κι-
νήσεις πανικού κι ιδιαίτερα τα τινάγματα στα χρηματιστήρια; Τι τα ξεκινά και πώς
μπορούν να ηρεμήσουν;
JAM: Το σημείο του χρήματος έχει να κάνει με τη φαινομενικότητα, που εξαρ-
τάται από τις κοινωνικές συμβάσεις. Το οικονομικό σύμπαν είναι μια αρχιτεκτονική
φτιαγμένη από αποκυήματα της φαντασίας και το θεμέλιό της είναι αυτό που ο Lacan
ονόμαζε “υποκείμενο που υποτίθεται ότι γνωρίζει,” ότι γνωρίζει το γιατί και το πώς.
Ποιος παίζει αυτόν τον ρόλο; Το κοντσέρτο των αρχών, από όπου μερικές φορές
βγαίνει κάποια φωνή, όπως, για παράδειγμα, του Alan Greenspan, στον καιρό του. Οι
παίκτες της οικονομίας βασίζουν τη συμπεριφορά της σ’ αυτό. Η πλασματική και
υπέρ-αναστοχαστική δομή κρατιέται από την “πίστη” στις αρχές, δηλαδή, μέσω της
μεταβίβασης προς το υποκείμενο που υποτίθεται ότι γνωρίζει. Όταν το υποκείμενο
αυτό παραπαίει, υπάρχει κρίση, διάλυση των θεμέλιων, που φυσικά εμπεριέχει και
φαινόμενα πανικού. Όμως, το οικονομικό υποκείμενο, που υποτίθεται ότι γνωρίζει,
ήδη ήταν εντελώς καταρρακωμένο, εξ αιτίας της απελευθέρωσης της αγοράς. Κι αυτό
συνέβη, γιατί ο οικονομικός κόσμος πίστευε, ξεμυαλισμένος μέσα στην παράκρουσή
του, ότι θα μπορούσε να τακτοποιήσει τα πράγματα χωρίς τη συνδρομή αυτών που
υποτίθεται ότι γνώριζαν. Πρώτο, οι κτηματομεσιτικές αξίες αχρηστεύτηκαν. Δεύτερο,
βαθμιαία όλα έγιναν σκατά. Τρίτο, υπάρχει μια γιγαντιαία αρνητική μεταβίβαση προς
τις αρχές. Το ηλεκτροσόκ του σχέδιου Paulson/Bernanke εξαγριώνει τον κόσμο: η
κρίση γίνεται κρίση εμπιστοσύνης και θα διαρκέσει μέχρις ότου ανοικοδομηθεί το
υποκείμενο που υποτίθεται ότι θα γνωρίζει. Αυτό θα γίνει μακροπρόθεσμα με τη μορ-
φή ενός νέου σύνολου συμφωνιών τύπου Bretton Woods, ενός συμβούλιου, στο
οποίο θα ανατεθεί να μιλήσει την αλήθεια για την αλήθεια
Η επιθυμία του Λακάν2
[…] Λοιπόν, είναι ιδιαίτερα πιθανόν να χρειαζόταν αυτή η πρόσδεση της επιθυ-
μίας του Φρόυντ στο Όνομα-του-Πατέρα για να γεννηθεί η ψυχανάλυση και για να
μπορέσει η υστερική, μαζί με το Φρόυντ, να ανοίξει το δρόμο στην έλευση της ψυχα-
ναλυτικής πρακτικής. Είναι ένα πρόβλημα που αξίζει να μελετηθεί.
Κατά δεύτερο λόγο, μπορούμε να πούμε ομοίως ότι χρωστάμε στη διπλή πρόσ-
δεση της επιθυμίας του Φρόυντ στο Όνομα-του-Πατέρα και στο Λόγο του Κυρίου
την εξάπλωση της ψυχανάλυσης, το επιτυχές στήσιμο από αυτόν τον σχετικά παρα-
γνωρισμένο στους κύκλους του βιεννέζο γιατρουδάκο μιας εντυπωσιακής μηχανής
που εξακολουθεί, ως μηχανή, να λειτουργεί απρόσκοπτα και στο τέλος του αιώνα.
Ότι του χρωστάμε, ας το υπενθυμίσουμε ξεκάθαρα, αυτό που ο Λακάν διαπίστωνε ότι
είναι μία Εκκλησία.
Υπάρχει εξάλλου κάτι διασκεδαστικά ενδιαφέρον, ο Φρόυντ και ο Ιουδαϊσμός
αποτελούν ένα καθιερωμένο θεματικό μοτίβο, αλλά θα ήταν εξίσου ευπρόσδεκτο να
μιλούσε κανείς για το Λακάν και τον Καθολικισμό: μαθητής των Πατέρων, γαλουχη-
μένος στο κολλέγιο Στανισλάς, που υπάρχει και σήμερα.
Αλλά, τελικά, με ένα περίεργο χίασμα θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν ο
Φρόυντ ο Εβραίος εκείνος που επινόησε, που δημιούργησε την ψυχαναλυτική Εκκλη-
σία, δηλαδή που εγκαθίδρυσε, που αποδέχτηκε ίσως καρτερικά μια ορθοδοξία υπηρε-
τούμενη από μια ιεραρχία, η οποία είναι το πιο στέρεο στοιχείο της θεσμικής κληρο-
νομιάς του φροϋδισμού.
Σύμφωνα πάντα με αυτό το περίεργο χίασμα θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για
το Λακάν και τον Ιουδαϊσμό, γιατί κατά βάθος, οδήγησε άραγε ─να ένα ερώτημα─
τις θεσμικές προσπάθειές του πολύ πιο πέρα από την ανάδειξη ενός ορίου σύμφωνα
με το οποίο δεν υπήρχε άλλος εκεί όπου αυτός ήταν; Κάτι που αντιστοιχεί στο διατυ-
πωμένο ορισμό του Θεού του Ισραήλ, όπως ο ίδιος τον είχε αποκρυπτογραφήσει.
Για να υπενθυμίσω άλλωστε αυτό που δημιούργησε ο Φρόυντ, θα σας διαβάσω
έναν από τους αφορισμούς του Νίτσε. Πρόκειται για κάτι που σας παραδίδω και το
οποίο συγκρατώ στη μνήμη μου εδώ και χρόνια ─ το θυμάμαι για να αποφεύγω ακρι-
βώς να κάνω το ίδιο πράγμα. Εάν θέλετε μπορείτε να βρείτε αυτό το απόσπασμα στο
Humain, trop humain, στον αφορισμό 122. Επιγράφεται «Οι αόμματοι μαθητές»: «Ο
χρόνος κατά τον οποίο ο Μαιτρ γνωρίζει αρκετά τη δύναμη και την αδυναμία του θε-
ωρητικού συστήματος του, της τέχνης του, της θρησκείας του, συμπίπτει με την περί-
οδο που η εξουσία του είναι ελάχιστη. Ο μαθητής, ο απόστολος ο οποίος τυφλωμένος
από το κύρος του Μαιτρ και την ευλαβή προσήλωση σε αυτόν αποστρέφει τους
οφθαλμούς από την αδυναμία του θεωρητικού συστήματος της θρησκείας κτλ., έχει
κατά κανόνα, γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, μεγαλύτερη ισχύ από τον Μαιτρ. Χωρίς αυ-
τούς τους τυφλούς μαθητές ουδέποτε η επιρροή ενός ανθρώπου και του έργου του
κατάφερε να εξαπλωθεί. Για να συμβάλουμε στο θρίαμβο μιας ιδέας, συχνότατα αρ-
κεί να εργαστούμε για την ενδόμυχη σύμπραξη της με τη βλακεία, ώσπου το τε-
ράστιο βάρος αυτής να υπερισχύσει, συμπαρασύροντάς την πρώτη στη νικηφόρα πο-
ρεία της».
Αυτό ακριβώς συνέβη στην ψυχανάλυση. Και αυτό δεν αποτελεί καθόλου μια
άσχημη εισαγωγή στο ερώτημα της επιθυμίας του Λακάν…
1 http :// criticalpsygreece . org /2008/
Παρατίθεται η μετάφραση από τον Μωυσή Μπουντουρίδη και το μπλόγκ του “Κοινωνικά Κινήματα & Κοινωνι-
κά Δίκτυα” μιας πρόσφατης συνέντευξης του διαπρεπούς Γάλλου ψυχαναλυτή Jacques-Alain Miller για την τρέχουσα
οικονομική κρίση του καπιταλισμού, που είχε αναρτηθεί (στα αγγλικά) στο γνωστό site www.lacan.com. Ο Jacques-
Alain Miller ήταν μαθητής, συνεργάτης και μελετητής του Jacques Lacan, με την κορή μάλιστα του οποίου είναι πα-
ντρεμένος. Έχει ένα πολύ εκτεταμένο συγγραφικό, θεωρητικό και κλινικό έργο πάνω στην ψυχανάλυση της σχολής του
Lacan
2 http://www.aletheia.gr/text.html#Η_ΕΠΙΘΥΜΙΑ_ΤΟΥ_ΛΑΚΑΝ
Το κείμενο του Ζ.-Α. Μιλλέρ, δημοσίευση στο περιοδικό La lettre mensuelle Nο 101-102, Ιούνιος-Ιούλιος
1991. Αντιστοιχεί σ’ ένα απομαγνητοφωνημένο μάθημα. Η παράγωγη κειμενικότητά του, σημαδεμένη από την προφο-
ρική προέλευσή του, γίνεται αντιληπτή κατά την ανάγνωση.
Η επιθυμία του αναλυτή, όρος σφυρηλατημένος από τον Λακάν, δεν παραπέμπει στην επιθυμία του ψυχαναλυτή
ως προσώπου, ακόμη λιγότερο ως υποκειμένου. Πρόκειται για έναν τυπικό τελεστή συναρμόσιμο με το ψυχαναλυτικό
dispositif, στον οποίο η πράξη του αναλυτή βρίσκει το αναγκαίο στήριγμα της.
Πρόκειται για τη διαφορά ανάμεσα σε ενόρμηση και ταύτιση (βλ. SXI).

Alain Badiou

Τίνος πραγματικού το θέαμα είναι αυτή η κρίση;*Η πλανητική οικονομική κρίση, όπως μας την παρουσιάζουν, μοιάζει με μια απ’ εκείνες τις
κακές ταινίες, τις οποίες τις σκαρφίζεται η βιομηχανία των προσυσκευασμένων επιτυχιών του
μεγάλου θεάματος, που σήμερα ονομάζεται “κινηματογράφος.” Τίποτε δεν λείπει: το θέαμα μιας
σταδιακής καταστροφής, το σασπένς των μεγάλων κόλπων, ο εξωτισμός του πανομοιότυπου – το
χρηματιστήριο της Τζακάρτα ζυγίζεται με τα ίδια μέτρα και σταθμά του θεάματος όπως και της
Νέας Υόρκης, η διαγώνια γραμμή από τη Μόσχα στο Σάο Πάουλο, παντού η ίδια φωτιά που καιει
τις ίδιες τράπεζες – οι τρομακτικές νέες εξελίξεις: αλίμονο, ακόμη και τα πιο μελετημένα “σχέδια”
δεν μπορούν να αποτρέψουν τη Μαύρη Παρασκευή, όταν όλα καταρρέουν ή όλα θα
καταρρεύσουν.. Αλλά η ελπίδα πεθαίνει τελευταία: μπροστά στη σκηνή, βλέπουμε βλοσυρούς και
σκεφτικούς, όπως στα κινηματογραφικά έργα της καταστροφής, τα μέλη της μικρής παρέας των
ισχυρών, τους πυροσβέστες της νομισματικής πυρκαγιάς – Σαρκοζύ, Πώλσον, Μέρκελ, Μπράουν,
Τρισέ κ.λπ. – να ρίχνουν μέσα στην κεντρική Τρύπα χιλιάδες δισεκατομμύριων. Θα αναρωτηθούμε
αργότερα (στα προσεχή επεισόδια του σήριαλ) από πού προέρχονται όλα αυτά τα δισεκατομμύρια,
γιατί απέναντι και στην παραμικρή απαίτηση των φτωχών, για χρόνια ως τώρα, όλοι αυτοί
απαντούσαν γυρνώντας τις τσέπες τους μέσα-έξω, για να πουν ότι δεν είχαν ούτε μια τσακιστή.
Προς το παρόν, δεν έχει σημασία. “Να σώσουμε τις τράπεζες!” Αυτή η ευγενική, η ουμανιστική
και δημοκρατική κραυγή αναβλύζει από το στόμα κάθε δημοσιογράφου και κάθε πολιτικού. Να τις
σώσουμε μ’ οποιοδήποτε τίμημα! Και πρέπει να το τονίσουμε, αφού το τίμημα δεν είναι μηδαμινό.
Οφείλω να ομολογήσω: κι εγώ ο ίδιος, μπροστά στα ποσά που κυκλοφορούν, τα οποία, όπως
σχεδόν όλος ο κόσμος, δεν μπορώ να καταλάβω τι σημαίνουν (τι ακριβώς είναι χίλια τετρακόσια
δισεκατομμύρια ευρώ;), έχω κι εγώ εμπιστοσύνη σ’ αυτούς. Την εναποθέτω ολόκληρη στα χέρια
των πυροσβεστών. Όλοι ενωμένοι, το γνωρίζω, το αισθάνομαι, θα πετύχουν. Οι τράπεζες θα
αναπτυχθούν περισσότερο από πριν, ενώ κάποιες από τις μικρότερες ή μεσαίου μεγέθους, που ως
τώρα είχαν κατορθώσει να επιβιώνουν μόνο χάρη στην φιλευσπλαχνία του κράτους, θα δοθούν στις
μεγαλύτερες για ένα κομμάτι ψωμί. Κατάρρευση του καπιταλισμού; Θα πρέπει να αστειεύεστε.
Ποιος, τέλος πάντων, την θέλει; Ποιος γνωρίζει ακόμη και τι σημαίνει ή τι θα μπορούσε να
εννοηθεί μ’ αυτό; Ας σώσουμε τις τράπεζες, σας λεω, κι όλα τα άλλα θα ακολουθήσουν.
Λαμβάνοντας υπόψη την τρέχουσα κατάσταση του κόσμου και τις πολιτικές που ασκούνται σ’
αυτόν, είναι αναπόφευκτο, για τους πρωταγωνιστές του έργου, δηλαδή, τους πλούσιους, τους
υπηρέτες τους, τα παράσιτά τους, γι’ αυτούς που τους λιγουρεύονται και γι’ αυτούς που τους
λιβανίζουν, να υπάρξει στο τέλος ένα χέπυ εντ, ίσως λίγο μελαγχολικό.
Καλύτερα όμως, ας στρέψουμε την προσοχή μας προς τη μεριά των θεατών αυτού του σόου,
στο ζαλισμένο πλήθος που, ανήσυχο χωρίς να ξέρει γιατί, κατανοώντας μόνο λίγα πράγματα κι
εντελώς αποσυνδεδεμένο από οποιαδήποτε ενεργή ενασχόληση με την περίσταση, ακούει, σαν να
ήταν μια βοή από μακριά, την αναγγελία του θάνατου των τραπεζών, που βρέθηκαν τώρα
στριμωγμένες, προσπαθεί να εικάσει τι συμβαίνει παρακολουθώντας τις συναντήσεις τα
σαββατοκύριακα, πραγματικά εξαντλητικές, της ένδοξης μικρής παρέας των κυβερνώντων μας,
βλέπει να περνούν μπροστά του αστρονομικά κι ακατάληπτα χρηματικά ποσά κι αυτόματα τα
συγκρίνει με τους δικούς του πόρους, ή μάλλον, για ένα πολύ σημαντικό τμήμα της ανθρωπότητας,
με την παντελή και σκέτη ανυπαρξία τέτοιων πόρων γι’ αυτούς, ένα πράγμα που αποτελεί
ταυτόχρονα την πικρή και την ενθαρρυντική βάση της ζωής τους. Να λοιπόν πού βρίσκεται το
πραγματικό κι ο μόνος τρόπος να μπορέσουμε να έχουμε πρόσβαση σ’ αυτό θα ήταν αν γυρίζαμε
την πλάτη μας στην οθόνη του θεάματος, για να βλέπαμε την αόρατη μάζα εκείνων, για τους
οποίους, ακριβώς πριν ριχθούν μέσα στο χειρότερο σε σχέση μ’ αυτά που ζουν, το έργο αυτό της
καταστροφής, συμπεριλαμβανομένου και του μελιστάλαχτου τέλους της (το Σαρκοζύ να
αγκαλιάζει την Μέρκελ κι όλο τον κόσμο να κλαιει από χαρά), ποτέ δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένα
θέατρο σκιών.
Συχνά μιλούν αυτές τις τελευταίες βδομάδες για την “πραγματική οικονομία” (την παραγωγή
* Κοινωνικά κινήματα και δίκτυα, http://thrymmata.blogspot.com/2008/10/alain-badiou.html
Εκτεταμμένα αποσπάσματα αυτού του άρθρου είχαν δημοσιευθεί στην εφημερίδα Le Monde στις 17/10/08.
και την κυκλοφορία των αγαθών) και την οικονομία – πώς να την πούμε; τη μη πραγματική; – από
την οποίαν πηγάζουν όλα τα δεινά, δεδομένου ότι οι παράγοντες της δεύτερης αυτής οικονομίας
είχαν γίνει οι “ανεύθυνοι,” οι “παράλογοι,” οι “άρπαγες,” που άλεθαν πρώτα με απληστία, μετά με
πανικό, την ανούσια πια μάζα των μετοχών, των ασφάλιστρων και των χρημάτων. Μια τέτοια
διάκριση είναι γελοία και γενικώς θα μπορούσε εύκολα να ανασκευαστεί, όταν, μέσω μιας
αντίθετης μεταφοράς, παρουσιαζόταν η χρηματοπιστωτική κυκλοφορία και κερδοσκοπία σαν το
“κυκλοφοριακό σύστημα” της οικονομίας. Μήπως, έτσι, αφαιρείται η καρδιά και το αίμα από τη
ζωντανή πραγματικότητα του σώματος; Είναι δυνατόν μια οικονομική καρδιακή προσβολή να μην
έχει σχέση με την κατάσταση της υγείας ολόκληρης της οικονομίας; Ως γνωστό, ο
χρηματοοικονομικός καπιταλισμός, γενικώς, αποτελεί – από τις απαρχές του, που σημαίνει, κατά
τους τελευταίους πέντε αιώνες – μια από τις κεντρικές συνιστώσες του καπιταλισμού. Όσον αφορά
τους ιδιοκτήτες και τους ιθύνοντες του συστήματος αυτού, αυτοί δεν είναι “υπεύθυνοι” παρά μόνο
για τα κέρδη, ο “ορθολογισμός” τους μετριέται μόνο με τα οφέλη που αποκομίζουν και δεν είναι
μόνο άρπαγες, αλλά, επιπλέον, οφείλουν να είναι τέτοιοι.
Επομένως, δεν υπάρχει τίποτε το πιο “πραγματικό” στo αμπάρι της καπιταλιστικής
παραγωγής από ό,τι στο εμπορικό κατάστρωμά του ή στα κερδοσκοπικά διαμερίσματά του. Τα δυο
τελευταία, οπωσδήποτε, διαφθείρουν το πρώτο: στη συντριπτική τους πλειοψηφία, τα αντικείμενα
που παράγονται από τον τύπο αυτό των μηχανισμών – που αποσκοπούν μόνο στο κέρδος και την
παραγόμενη κερδοσκοπία, η οποία αποτελεί το γρηγορότερο και σημαντικότερο μέρος ενός τέτοιου
κέρδους – είναι αντικείμενα άσχημα, άχαρα, ακατάλληλα, άχρηστα, για τα οποία χρειάζεται να
δαπανηθούν δισεκατομμύρια ώστε να πεισθούν οι άνθρωποι για το αντίθετο. Κάτι που προϋποθέτει
ότι οι άνθρωποι αυτοί πρέπει να μεταμορφωθούν σε ιδιότροπα παιδιά, σε αιώνιους έφηβους, των
οποίων η ύπαρξη συνίσταται μόνο στην ανταλλαγή παιχνιδιών.
Η επιστροφή στο πραγματικό δεν μπορεί να είναι η κίνηση, που οδηγεί από την κακιά και
“παράλογη” κερδοσκοπία στην υγιή παραγωγή. Πρέπει να είναι η επιστροφή στην άμεση και
στοχαστική ζωή όλων των ανθρώπων που κατοικούν στον κόσμο. Απ’ αυτήν την οπτική, μπορεί
κανείς να ατενίσει θαρραλέα τον καπιταλισμό, να δει το κινηματογραφικό έργο της καταστροφής
που επιβάλλεται αυτόν τον καιρό σ’ όλους μας να δούμε. Το πραγματικό δεν είναι η ταινία, αλλά η
αίθουσα όπου παίζεται.
Τι βλέπουμε λοιπόν, αν στρέψουμε ή αναποδογυρίσουμε τα πράγματα; Τι βλέπουμε, αν
καταφέρουμε να αποσυνδεθούμε από το ατονικό άγχος του κενού, με το οποίο τα αφεντικά μας
προσβλέπουν να μας κάνουν να τους εκλιπαρήσουμε για να σώσουν τις τράπεζες; Βλέπουμε, κι
αυτό σημαίνει να βλέπουμε, τα απλά πράγματα που γνωρίζαμε από πολύ καιρό πιο πριν: ο
καπιταλισμός δεν είναι παρά ένα πλιάτσικο, κάτι παράλογο στην υπόστασή του και καταστρεπτικό
στην εξέλιξή του. Το τίμημα για κάποιες σύντομες δεκαετίες ευημερίας, που πάντοτε όμως
χαρακτηρίζονταν κι από τις απάνθρωπες ανισότητες, ήταν οι περίοδοι των κρίσεων, κατά τις οποίες
εξαφανίζονταν ορισμένα αστρονομικά ποσά αξίας, γινόντουσαν κάποιες αιματηρές εκστρατείες
καταστολής μέσα σ’ όλες τις ζώνες, που ο καπιταλισμός έκρινε ότι είχαν στρατηγική σημασία ή
ήσαν απειλητικές γι’ αυτόν, και διεξάγονταν κάποιοι παγκόσμιοι πόλεμοι που αποκαταστούσαν την
υγεία του καπιταλισμού. Εδώ βρίσκεται η διδακτική δύναμη της αντεστραμμένης ματιάς προς την
ταινία-κρίση. Δηλαδή, ποια; Απέναντι στις ζωές των ανθρώπων που βλέπουν την ταινία αυτή,
τολμούμε ακόμη να εκθειάζουμε ένα σύστημα, που εναποθέτει την οργάνωση της συλλογικής ζωής
πάνω στις χαμερπέστερες παρορμήσεις, στην απληστία, στην αντιπαλότητα, στον ασυναίσθητο
εγωισμό; Μας λένε να τραγουδάμε τον ύμνο μιας “δημοκρατίας,” της οποίας οι ηγέτες, εντελώς
ατιμωρητί, παριστάνουν τους υπηρέτες του ιδιωτικού χρηματοοικονομικού σφετερισμού, που θα
ξάφνιαζε ακόμη και τον ίδιο τον Μαρξ, ο οποίος ήδη, πριν εκατό εξήντα χρόνια, είχε χαρακτηρίσει
τις κυβερνήσεις σαν τα “θεμέλια της δύναμης του Κεφάλαιου”; Λένε στον κοινό πολίτη να
“κατανοήσει” ότι είναι εντελώς αδύνατο να κλείσει η τρύπα της κοινωνικής ασφάλισης, αλλά
πρέπει να κλείσει, ανυπολόγιστα, η τρύπα των δισεκατομμύριων των τραπεζών; Πρέπει, στα
σοβαρά, να αποδεχθούμε ότι κανείς πλέον δεν μπορεί να φαντασθεί την εθνικοποίηση μιας
επιχείρησης, που βρίσκεται σε δεινή κατάσταση λόγω του ανταγωνισμού, μιας επιχείρησης, στην
οποίαν εργάζονται χιλιάδες εργάτες, αλλά ότι είναι προφανές πώς αυτό πρέπει να γίνει για μια
τράπεζα, που ξέμεινε λόγω κερδοσκοπίας;
Σ’ αυτήν την υπόθεση, το πραγματικό είναι εξ αρχής ένα από τα δεδομένα της κρίσης. Γιατί
από πού προέρχεται όλη αυτή η οικονομική φαντασμαγορία; Απλούστατα από το γεγονός ότι,
αφήνοντας να λάμψουν μπροστά τους κάποιες σαγηνευτικές δυνατότητες πιστωτικού δανεισμού,
γινόντουσαν αναγκαστικές πωλήσεις πολυτελών κατοικιών σ’ άνθρωπους που δεν είχαν κανένα
μέσο να τις αγοράσουν. Στη συνέχεια, τα χρεωστικά των ανθρώπων αυτών ξαναπουλιόντουσαν
αναμεμιγμένα, όπως γίνεται με τα καλά ναρκωτικά, μαζί με διάφορα χρεόγραφα, των οποίων η
σύνθεση γινόταν τόσο πολύπλοκη όσο κι αδιαφανής μέσα από το έργο ολόκληρων ταγμάτων
μαθηματικών. Κι όλα αυτά τότε κυκλοφορούσαν, από εξαγορά σ’ εξαγορά, αποτιμούμενα όλο και
ψηλότερα στις πιο απομακρυσμένες τράπεζες. Όμως, η υλική εγγύηση μιας τέτοιας κυκλοφορίας
βρισκόταν στα σπίτια, που είχαν πωληθεί. Αλλά αρκούσε η κτηματομεσιτική αγορά να
καταρρεύσει, γιατί, καθώς οι εγγυήσεις αυτές υποτιμούνταν όλο και πιο πολύ κι οι πιστωτές
ζητούσαν όλο και περισσότερα, ενώ οι αγοραστές μπορούσαν να ξεπληρώσουν τις οφειλές τους
όλο και λιγότερο. Κι όταν στο τέλος δεν μπορούσαν πια να συνεχίσουν, το ναρκωτικό, που είχε
εισχωρήσει μέσα στα χρεωστικά, έφθανε να τα δηλητηριάσει: δεν άξιζαν πλέον τίποτε.
Φαινομενική ισοπαλία: οι θεατές χάνουν το στοίχημά τους κι οι αγοραστές χάνουν τα σπίτια τους,
από τα οποία διώχνονται ευγενικά. Αλλά όμως, το πραγματικό αυτής της ισοπαλίας βρίσκεται, ως
συνήθως, στην πλευρά του συλλογικού, της καθημερινής ζωής: στο τέλος, όλα ξεκινούν από το ότι
υπάρχουν χιλιάδες εκατομμυρίων ανθρώπων, των οποίων οι μισθοί, ή η ανυπαρξία μισθών, τους
κάνει να μην έχουν απολύτως καμία δυνατότητα στέγασης. Η πραγματική ουσία της οικονομικής
κρίσης είναι η κρίση της στέγασης. Κι αυτοί που δεν έχουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν τη δική
τους στέγη δεν είναι βέβαια οι τραπεζίτες. Πρέπει πάντοτε να ξαναγυρνάμε στις συνθήκες της
καθημερινής ύπαρξης..
Το μόνο πράγμα που μπορούμε να ελπίζουμε σ’ αυτήν την υπόθεση είναι να ξαναβρούμε το
πραγματικό, στο μέτρο του δυνατού, μέσα στο ρου της κρίσης. Στα μαθήματα, που παίρνουν οι
άνθρωποι, κι όχι οι τραπεζίτες, οι κυβερνήσεις, που τους υπηρετούν, κι οι δημοσιογράφοι, που
υπηρετούν τις κυβερνήσεις, μέσα σ’ όλο αυτό το ζοφερό σκηνικό.
Βλέπω λοιπόν δυο επίπεδα να αρθρώνονται μέσα σ’ αυτήν την επιστροφή του πραγματικού.
Το πρώτο είναι σαφώς πολιτικό. Επειδή, όπως μας δείχνει ο κινηματογράφος, η
“δημοκρατική” πολιτική δεν είναι παρά η διαθεσιμότητα εξυπηρέτησης των τραπεζών και το
αληθινό της όνομα είναι: καπιταλιστικο-κοινοβουλευτισμός, πρέπει, όπως έχουν αρχίσει να
δείχνουν πολλαπλές εμπειρίες τα τελευταία είκοσι χρόνια, να οργανωθεί μια πολιτική που να έχει
μια πλήρως διαφορετική φύση. Μια τέτοια πολιτική είναι κι αναμφίβολα για πολύ καιρό ακόμη θα
πρέπει να βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση από την εξουσία του κράτους, για την οποία δεν
χρειάζεται να νοιαστεί καθόλου. Ξεκινά από τη βάση του πραγματικού, μέσω μιας έμπρακτης
συσπείρωσης μεταξύ των ανθρώπων εκείνων, που είναι οι πιο άμεσα διατιθέμενοι να την
ανακαλύψουν: των νεο-αφιχθέντων προλετάριων από την Αφρική ή απ’ αλλού και των
διανοούμενων που είναι κληρονόμοι των πολιτικών αγώνων των τελευταίων δεκαετιών. Η
συσπείρωση αυτή θα διευρύνεται στη βάση του τι μπορεί να κάνει, βήμα προς βήμα. Δεν θα
διατηρεί κανένα είδος οργανικής σχέσης με κανένα από τα υπάρχοντα κόμματα, καθώς και με το
εκλογικό και το θεσμικό σύστημα που τα συντηρεί. Θα εφεύρει τη νέα πειθαρχία γι’ αυτούς που
δεν έχουν τίποτε, τις πολιτικές ικανότητές τους, τη νέα ιδέα για το πώς θα είναι η νίκη τους.
Το δεύτερο επίπεδο είναι ιδεολογικό. Πρέπει να ανατρέψουμε την παλιά ετυμηγορία,
σύμφωνα με την οποία βρισκόμαστε στο “τέλος των ιδεολογιών.” Σήμερα μπορούμε να δούμε
εντελώς ξεκάθαρα ότι αυτό το δήθεν τέλος δεν στηρίζεται σε καμιά άλλη πραγματικότητα παρά
στο σλόγκαν “να σώσουμε τις τράπεζες.” Τίποτε δεν είναι πιο σημαντικό από το να ξαναβρούμε το
πάθος των ιδεών και να αντιπαρατεθούμε στον κόσμο, έτσι όπως είναι, έχοντας σαν γενική
προϋπόθεση την προεξοφλούμενη βεβαιότητα μιας άλλης διαφορετικής πορείας των πραγμάτων.
Στο ολέθριο θέαμα του καπιταλισμού, αντιπαρατάσσουμε το πραγματικό των ανθρώπων, της
ύπαρξής τους μέσα στην ίδια τη ροή των ιδεών. Το μοτίβο της χειραφέτησης της ανθρωπότητας δεν
έχει χάσει τίποτε από το δυναμικό του. Η λέξη “κομουνισμός,” με την οποία για πολύ καιρό
ονοματιζόταν το δυναμικό αυτό, έχει βέβαια ξεφτιλισθεί κι ατιμασθεί. Αλλά σήμερα, η εξαφάνιση
της λέξης αυτής δεν εξυπηρετεί κανέναν άλλο παρά τους υποστηρικτές της τάξης κι ασφάλειας,
τους ζαλισμένους από τον πυρετό πρωταγωνιστές του έργου της καταστροφής. Όμως, είμαστε
αποφασισμένοι να αναζωογονήσουμε τον κομουνισμό, στις συνθήκες της νέας διαύγειας που έχει
αποκτήσει. Μιας διαύγειας που συνεχίζει να αποτελεί την παλιά του αρετή, όταν ο Μαρξ έλεγε για
τον κομουνισμό ότι “ξέκοβε με τον πιο ριζοσπαστικό τρόπο από τις παραδοσιακές ιδέες” κι ότι θα
έφερνε μια τέτοια “συναδελφοσύνη, στην οποία η ελεύθερη ανάπτυξη του οποιουδήποτε είναι η
συνθήκη για την ελεύθερη ανάπτυξη του καθενός.”
Ολική ρήξη με τον καπιταλιστικο-κοινοβουλευτισμό, πολιτική που επινοείται πάνω στη βάση
του πραγματικού των ανθρώπων, κυριαρχία των ιδεών: όλα βρίσκονται εδώ, όλα όσα χρειαζόμαστε
για να ελευθερωθούμε από το έργο της κρίσης κι όλα όσα μπορούν να συμβάλουν στην ίδια την
ηθική ανύψωσή μας.

ΖΙΓΚΜΟΥΝΤ ΜΠΑΟΥΜΑΝ



Πώς επιβιώνει ο καπιταλισμός
Οπως το πρόσφατο χρηματοπιστωτικό τσουνάμι κατέδειξε πέρα από κάθε εύλογη αμφιβολία σε εκατομμύρια πρόσωπα, τα οποία οδηγήθηκαν να πιστέψουν στις χρηματοπιστωτικές αγορές και στις τραπεζικές πρακτικές ως έγκυρες μεθόδους για να επιλύουν με επιτυχία τα προβλήματά τους, ο καπιταλισμός στην καλύτερη των υποθέσεων δημιουργεί προβλήματα, δεν τα επιλύει.

Και αυτό για έναν απλό λόγο: ο καπιταλισμός, όπως και το θεώρημα της μη πληρότητας των συστημάτων των φυσικών αριθμών του Κουρτ Γκέντελ, δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα συνεπής και πλήρης. Αν είναι συνεπής με τις ίδιες του τις αρχές, εμφανίζονται προβλήματα με τα οποία αυτός δεν μπορεί να ασχοληθεί. Αρκεί να σκεφτούμε ότι τα στεγαστικά δάνεια, που διαφημίστηκαν σαν ένα εργαλείο για να αντιμετωπιστούν οι δυσκολίες όσων δεν είχαν κατοικία, στην πραγματικότητα πολλαπλασίασαν τον αριθμό εκείνων που ξαναβρέθηκαν χωρίς κατοικία.
Πολύ πριν ο Γκέντελ διατυπώσει το θεώρημά του, η Ρόζα Λούξεμπουργκ είχε γράψει τη μελέτη της για τη συσσώρευση του κεφαλαίου, στην οποία υποστήριζε ότι ο καπιταλισμός δεν είναι σε θέση να επιβιώσει χωρίς μη καπιταλιστικές οικονομίες. Ο καπιταλισμός μπορεί να αναπτύσσεται μόνον όσο θα υπάρχουν «παρθένες περιοχές», έλεγε, ανοιχτές στην επέκταση και στην εκμετάλλευση. Σκεφτόταν τις χώρες που έγιναν αποικίες εκείνη την εποχή. Το πρόβλημα είναι ότι, αφότου κατακτηθούν αυτές οι περιοχές, στερούνται την «παρθενικότητά» τους και έτσι εξαντλείται η πηγή από την οποία τρέφεται ο ίδιος ο καπιταλισμός.
Ο καπιταλισμός, για να το πούμε ειλικρινά, είναι ουσιαστικά ένα παρασιτικό σύστημα. Μπορεί να ευημερεί μόνον όταν βρίσκει έναν οργανισμό, τον οποίο δεν έχει ακόμη εκμεταλλευτεί, και από τον οποίο τροφοδοτείται, αλλά (ιδού το παράδοξο) δεν μπορεί να το κάνει χωρίς με αυτόν τον τρόπο να βλάψει τον οργανισμό που τον φιλοξενεί και, αργά ή γρήγορα, να υπονομεύσει τις ίδιες τις προϋποθέσεις της ευημερίας του ή ακόμη και της επιβίωσής του.
Ευρηματικότητα
Σήμερα, έναν αιώνα μετά από αυτή τη διάγνωση, γνωρίζουμε με ακόμη μεγαλύτερη βεβαιότητα ότι η δύναμη του καπιταλισμού έγκειται στη σαγηνευτική ευρηματικότητα με την οποία αναζητάει και βρίσκει νέα είδη ξενιστών, κάθε φορά που τα προηγούμενα εκμεταλλευόμενα είδη γίνονται πιο σπάνια ή χάνονται εντελώς. Τώρα γνωρίζουμε και την ταχύτητα με την οποία αναπροσαρμόζεται στις ιδιαιτερότητες των νέων εδαφών στα οποία βόσκει. Στο τεύχος Νοεμβρίου του 2008 της περιοδικής επιθεώρησης New York Review of Books ο Τζορτζ Σόρος, με το άρθρο του «The crisis and what to do about it», εξήγησε τη σειρά των καπιταλιστικών πρωτοβουλιών ως μια διαδοχή από φούσκες που μεγαλώνουν κατά κανόνα πολύ πέρα από τις δυνατότητές τους και που σκάνε αμέσως μόλις φτάνουν το σημείο της μέγιστης αντίστασης. Η τωρινή πιστωτική στενότητα δεν αναγγέλλει επομένως το τέλος του καπιταλισμού, αλλά μόνον την εξάντληση ενός από τα εδάφη στα οποία αυτός έβοσκε. Η αναζήτηση του προσεχούς βοσκοτοπιού άρχισε αμέσως. Και ακριβώς όπως στο παρελθόν το καπιταλιστικό κράτος διαλαλούσε τα κατορθώματά του μέσα από την υποχρεωτική κινητοποίηση δημόσιων πόρων, θα αναζητηθούν νέες παρθένες περιοχές και θα γίνουν προσπάθειες να τις ανοίξουν με το καλό ή με το ζόρι, μέχρις ότου και οι δικές τους δυνατότητες, με τη σειρά τους, θα εξαντληθούν.
Καταστροφή
Οπως πάντα, και όπως μάθαμε στον εικοστό αιώνα από μια μακρά σειρά μαθηματικών ανακαλύψεων, από τον Ανρί Πουανκαρέ ώς τον Εντουαρντ Λόρεντς, η πιο μικρή απόκλιση μπορεί να μας ρίξει στην άβυσσο και να μας οδηγήσει στην καταστροφή, έτσι όπως και το πιο μικρό βήμα προς τα μπρος μπορεί να εξαπολύσει μια καταιγίδα και να καταλήξει να προκαλέσει έναν κατακλυσμό. Και αυτό γιατί οι αναγγελίες της ανακάλυψης νησιών που δεν καταγράφονται ούτε στους γεωγραφικούς χάρτες, προσελκύουν συνήθως πλήθη τυχοδιωκτών μεγαλύτερα και από τις ίδιες τις διαστάσεις των παρθένων περιοχών - πλήθη που μέσα σε μια στιγμή θα χρειαστεί να μπορέσουν να τρέξουν γρήγορα στις βάρκες τους, για να απομακρυνθούν από μιαν επικείμενη καταστροφή, με την ελπίδα ότι αυτές οι βάρκες θα είναι ακόμη άθικτες και ασφαλείς. Το ερώτημα που τίθεται είναι επομένως σε ποιο σημείο θα εξαντληθεί ο κατάλογος των περιοχών που μπορούν να αναγορευτούν, με μια δεύτερη διαδικασία, παρθένες και πότε οι (φρενιτιώδεις και επινοητικές) εξερευνήσεις θα πάψουν να προσφέρουν κάποια προσωρινή ανακωχή.
Η εισαγωγή των πιστωτικών καρτών και του εύκολου δανεισμού για την απόκτηση κατοικίας είχαν προαναγγείλει αυτό που θα συνέβαινε. Το συμβόλαιο του δανείου έπρεπε να μετατραπεί σε ένα παράγωγο, που επέτρεπε σε αυτόν που δάνειζε να αντλεί διαρκώς κέρδος. Δεν μπορείτε να πληρώσετε τις δόσεις του δανείου σας; Μην ανησυχείτε. Διαφορετικά από εκείνα τα λίγο κακά παλιομοδίτικα άτομα, που ανυπομονούσαν να εισπράξουν τις δόσεις μέσα σε προκαθορισμένες προθεσμίες, εμείς οι μοντέρνοι δανειστές δεν θέλουμε πίσω τα λεφτά μας. Αντίθετα μάλιστα προσφερόμαστε να σας δανείσουμε και άλλα λεφτά, για να πληρώσετε τα χρέη σας και όχι μόνον, αλλά ακόμη και για να έχετε περισσότερα μετρητά. Πράγματι, αυτό που κανείς δεν δήλωνε, αφήνοντας στις βαθιές και σκοτεινές προαισθήσεις των οφειλετών το καθήκον να αντιληφθούν την αλήθεια, είναι το ότι οι τράπεζες που δανείζουν στην πραγματικότητα δεν θέλουν οι οφειλέτες τους να εξοφλούν τις υποχρεώσεις τους. Αν οι οφειλέτες πλήρωναν όσα δανείστηκαν δεν θα υπήρχε πλέον χρέος, ενώ είναι ακριβώς τα χρέη τους (τον τόκο που πληρώνεται μηνιαία) εκείνα που οι δανειστές αποφάσισαν να μετατρέψουν σε κύρια πληγή του διαρκούς τους κέρδους.
Οι πελάτες που επιστρέφουν με επιμέλεια τα χρήματα που έχουν δανειστεί είναι ο εφιάλτης αυτών που χορηγούν δάνεια. Και αυτό γιατί τα κέρδη των μετόχων των τραπεζών βασίζονται κυρίως στη συνεχή «εξυπηρέτηση» των χρεών παρά στην έγκαιρη εξόφλησή τους. Σε ό,τι αφορά αυτούς τους μετόχους, ο ιδεώδης υποψήφιος για δανεισμό είναι εκείνος που δεν θα εξοφλήσει ποτέ το ποσό που δανείστηκε. Τα πρόσωπα που έχουν λογαριασμούς με αποταμιεύσεις, αλλά δεν έχουν χρέη, είναι επομένως οι «παρθένες περιοχές» του σήμερα (του χθες), που επιτρέπουν μιαν εκμετάλλευση. Από τη στιγμή που θα οδηγηθούν να αρχίσουν να καλλιεργούνται, δεν θα 'πρεπε ποτέ να τους παραχωρηθεί η δυνατότητα να αρνηθούν και να ξαναγίνουν ακαλλιέργητα εδάφη. Ετσι μια από τις πιο σημαντικές βρετανικές εταιρείες που δίνουν πιστωτικές κάρτες προκάλεσε πρόσφατα την αγανάκτηση της κοινής γνώμης, όταν αρνήθηκε να παραχωρήσει ξανά πιστωτικές κάρτες στους πελάτες που κάθε μήνα εξοφλούσαν τα χρέη τους.
Εκμετάλλευση
Ιδού όμως κάποιο παράδειγμα της καταστροφικής επίπτωσης αυτής της στρατηγικής: σε μια βρετανική εφημερίδα δημοσιεύτηκε η ιστορία ενός πενηντάχρονου, ο οποίος είχε χρεωθεί 58 χιλιάδες λίρες από 14 τράπεζες. Αυτός ο κύριος δεν κατόρθωνε να πληρώνει τους τόκους του χρέους του. Λυπούμενος εκ των υστέρων για τη βλακεία που τον έσπρωξε σε αυτή την απαράδεκτη κατάσταση, αυτός στράφηκε εναντίον εκείνων που του είχαν χορηγήσει τα δάνεια. Σύμφωνα με όσα είπε, όποιος χορηγεί δάνεια είναι «εν μέρει» υπεύθυνος και κατακριτέος, επειδή επιτρέπει στους ανθρώπους να χρεώνονται με απίστευτη ευκολία. Σε μιαν άλλη μακρινή χώρα, στο Κουίνσλαντ της Αυστραλίας, μια νέα που είναι σήμερα 23 ετών και ονομάζεται Σιόμπχαν Χίλεϊ, πριν από μερικά χρόνια απέκτησε την πρώτη πιστωτική της κάρτα. Τελικά -έτσι δήλωσε- ήταν ελεύθερη να διαχειρίζεται μόνη της τα οικονομικά της. Λίγο καιρό μετά, η νεαρή ζήτησε και απέκτησε μια δεύτερη πιστωτική κάρτα, για να αντιμετωπίσει τους τόκους και τα χρέη που είχαν συσσωρευτεί από την πρώτη. Αφού πέρασε λίγος ακόμη χρόνος, ανακάλυψε ότι η δεύτερη πιστωτική κάρτα δεν αρκούσε για να καλύπτει τους τόκους από τα χρέη της πρώτης. Απευθύνθηκε επομένως σε μια τράπεζα, για να αποκτήσει ένα δάνειο αναγκαίο για να εξοφλήσει τα ανοίγματα και από τις δύο κάρτες. Με δυο λόγια, οι τράπεζες κατόρθωσαν να αποκτήσουν αυτό που ήθελαν: μια παρθένα γη, που την κατέκτησαν και την εκμεταλλεύονται.
Στεγαστικά
Οπως και σε όλες τις προηγούμενες μεταβολές του καπιταλισμού, έτσι και αυτή τη φορά το κράτος βοήθησε στη δημιουργία αυτών των νέων εδαφών. Με βάση μια πρωτοβουλία του προέδρου Κλίντον, έγινε η εισαγωγή στις Ηνωμένες Πολιτείες των στεγαστικών δανείων, που προωθούσε η κυβέρνηση για να προσφέρει εύκολες πιστώσεις για την απόκτηση κατοικίας σε πρόσωπα που δεν είχαν τα μέσα για να εξοφλούν τα δάνειά τους και συνεπώς για να μετατρέψει σε οφειλέτες εκείνα τα τμήματα του πληθυσμού που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχαν ενταχθεί στο κύκλωμα της εκμετάλλευσης μέσω του πιστωτικού συστήματος. Ακριβώς όμως όπως η εξαφάνιση ανθρώπων που περιφέρονται ξυπόλητοι προκαλεί ανησυχία στην υποδηματοβιομηχανία, έτσι και η εξαφάνιση προσώπων που δεν είναι χρεωμένα επιτρέπει να προβλέψουμε την καταστροφή για τη βιομηχανία των δανείων.
Για άλλη μια φορά ο καπιταλισμός πλησιάζει σε μια μη ηθελημένη αυτοκτονία, δρώντας έτσι ώστε να εξαντλεί τους πόρους των νέων παρθένων περιοχών που εκμεταλλεύεται. Με δυο λόγια, ο καπιταλισμός τέλειωσε; Δεν τον νομίζω. Η είδηση του θανάτου του καπιταλισμού, όπως θα έλεγε ο Μαρκ Τουέιν, είναι τρομερά υπερβολική. Το κράτος έσπευσε να βοηθήσει. Αρκεί να σκεφτούμε τα γιγάντια σχέδια σωτηρίας των τραπεζών που κατάρτισαν οι κυβερνήσεις όλου του κόσμου. Αλλά έχει εισαχθεί και ένα είδος κράτους πρόνοιας για τους πλουσιότερους. Για να αναφέρουμε ένα μόνο παράδειγμα από την πρόσφατη ειδησεογραφία: τη στιγμή που σταμάτησε ακριβώς στο χείλος της καταστροφής, χάρη στην άφθονη ροή του χρήματος των φορολογουμένων, η τράπεζα TSB Lloyds άρχισε να ασκεί πιέσεις στο δημόσιο ταμείο, για να κατευθύνει μέρος του πακέτου σωτηρίας στους λογαριασμούς των μερισμάτων των μετόχων της. Και παρά την επίσημη αγανάκτηση των εκπροσώπων του κράτους, προχώρησε ατάραχη στην καταβολή μπόνους, εκδηλώνοντας μια τέτοια πλεονεξία και απληστία σαν αυτές που οδήγησαν τις τράπεζες και τους πελάτες τους στην απόλυτη καταστροφή. Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει αυτό. Σύμφωνα με τον Στίβεν Σλιβίνσκι του Ινστιτούτου Cato, ήδη το 2006 η αμερικανική κυβέρνηση ξόδεψε 92 δισ. δολάρια για να στηρίξει με οικονομική βοήθεια κολοσσούς της βιομηχανίας όπως η Boeing, η Ibm και η General Motors.
Συναλλαγή
Πριν από χρόνια, ο Γιούργκεν Χάμπερμας υποστήριζε ότι το κράτος είναι καπιταλιστικό και υπενθύμιζε ότι η ουσία του καπιταλισμού είναι η ένωση κεφαλαίου και εργατικής δύναμης. Σκοπός αυτής της ένωσης είναι να πραγματοποιεί μιαν εμπορική συναλλαγή: το κράτος αγοράζει την εργατική δύναμη.
Για να γίνει ωστόσο η συναλλαγή πρέπει να ικανοποιούνται δύο προϋποθέσεις: το κεφάλαιο πρέπει να είναι σε θέση να αγοράζει και η εργατική δύναμη πρέπει να μπορεί να αγοραστεί, δηλαδή να γίνεται αρκετά ενδιαφέρουσα και δελεαστική για να αγοραστεί από το κεφάλαιο. Κύριο καθήκον του κράτους είναι επομένως να δράσει έτσι ώστε και οι δυο αυτές προϋποθέσεις να υλοποιηθούν. Γι' αυτόν τον λόγο το κράτος πρέπει να κάνει δύο πράγματα: πρώτον, να χρηματοδοτήσει το κεφάλαιο στην περίπτωση που δεν διαθέτει την αναγκαία ρευστότητα για την αγορά μιας παραγωγικής και επικερδούς εργατικής δύναμης.
Δεύτερον, να βεβαιωθεί ότι η εργατική δύναμη αξίζει πραγματικά να αγοραστεί, δηλαδή ότι είναι σε θέση να αντέξει τον κόπο της βιομηχανικής παραγωγής, ότι είναι δυνατή και υγιής και ότι είναι κατάλληλα προετοιμασμένη και διαθέτει εκείνες τις εργασιακές γνώσεις και ιδιότητες που είναι αναγκαίες ώστε να απασχοληθεί στον βιομηχανικό τομέα. Ο Χάμπερμας έγραφε αυτά τα πράγματα στον καιρό της μοντέρνας «στέρεης» κοινωνίας των παραγωγών. Σήμερα, στη «ρευστή» κοινωνία, το κράτος είναι καπιταλιστικό στο μέτρο που εγγυάται μια συνεχή πιστωτική διαθεσιμότητα. Εξάλλου, η συνεργασία κράτους και αγοράς είναι κανόνας στον καπιταλισμό. Η σύγκρουση μεταξύ τους, αν ποτέ παρουσιαστεί, είναι αντίθετα η εξαίρεση. Απομένει να δούμε το μέλλον, δηλαδή τις μελλοντικές παρθένες περιοχές.
ΖΙΓΚΜΟΥΝΤ ΜΠΑΟΥΜΑΝ
Ενας από τους κορυφαίους σύγχρονους κοινωνιολόγους
Ο 85χρονος σήμερα Ζίγκμουντ Μπάουμαν είναι ένας από τους κορυφαίους σύγχρονους κοινωνιολόγους και έχει γράψει πολλά και σημαντικά έργα, μερικά από τα οποία μεταφράστηκαν τα τελευταία χρόνια και στη γλώσσα μας. Μέχρι το 1968, ο Πολωνός Μπάουμαν δίδασκε στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας. Επειτα υποχρεώθηκε να μεταναστεύσει και συνέχισε τη διδακτική του δραστηριότητα στο Πανεπιστήμιο του Λιντς στη Μεγάλη Βρετανία. Το κείμενό του αυτό είναι η εισήγησή του σε θεωρητικό συμπόσιο με θέμα «Ανησυχίες στη νεωτερικότητα», που έγινε με πρωτοβουλία της οργάνωσης Arci στη Φλωρεντία, τον Δεκέμβριο του 2008.

Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2010

Ιμαρέτ


Περιγραφή
Άρτα, 1854. Δύο αγόρια γεννιούνται την ίδια νύχτα. Ένας Έλληνας και ένας Τούρκος που η μοίρα τους κάνει ομογάλακτους. Το μυθιστόρημα παρακολουθεί τη ζωή τους με φόντο την άγνωστη ιστορία της περιοχής. Ο Γιάννης Καλπούζος αναπαριστάνει με μοναδικό τρόπο μια ολόκληρη εποχή. Έλληνες, Τούρκοι, Εβραίοι, ο παππούς Ισμαήλ, η "μικρή" ακόμη Ελλάδα, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, ο φανατικός Ντογάν, οι συγκρούσεις, οι επαναστάσεις, η συνύπαρξη, οι Απόκριες, το Ραμαζάνι, τα πρόσωπα και οι συνήθειες των κατοίκων των τριών φυλών, λαθρέμποροι, κολίγοι, τσιφλικάδες, ο πλούτος μαζί με την εξαθλίωση. Όλοι έχουν θέση στο ιμαρέτ του Θεού.

«Σκέφτομαι άρα υπάρχω»




Ο ΝτεΚάρτ στο έργο του «Λόγος περί της μεθόδου» διατυπώνει το απόφθεγμα «σκέφτομαι άρα υπάρχω» και αναγνωρίζει την αξία της αμφιβολίας για την αποκάλυψη της μοναδικής αλήθειας:

«Μπορώ να αμφιβάλλω για όλα τα πράγματα που με περιβάλλουν και για όλα όσα σκέφτομαι. Οι άνθρωποι συχνά σφάλλουν στους συλλογισμούς τους ακόμα και σε απλά θέματα και δεν υπάρχει λόγος να πιστεύω ότι οι αισθήσεις μου δεν με ξεγελούν ή ότι οι σκέψεις μου δεν είναι παρά σαν τα όνειρά μου όταν κοιμάμαι. Μπορώ να αμφιβάλλω λοιπόν για όλα όσα σκέφτομαι και πιστεύω, αλλά για ένα πράγμα σε καμία περίπτωση δεν μπορώ να αμφιβάλλω, δηλαδή για το ότι αμφιβάλλω. Κατόπιν πρόσεξα πως, ενώ εγώ ήθελα να σκεφτώ έτσι, ότι όλα ήταν ψεύτικα έπρεπε αναγκαστικά, εγώ που το σκεπτόμουν, να είμαι κάτι. Και παρατηρώντας πως τούτη η αλήθεια: σκέπτομαι, άρα υπάρχω ήταν τόσο γερή και τόσο σίγουρη ώστε όλες μαζί οι εξωφρενικές υποθέσεις των σκεπτικών φιλοσόφων δεν ήταν ικανές να την κλονίσουν, έκρινα πως μπορούσα δίχως ενδοιασμούς να την παραδεχθώ σαν την πρώτη αρχή της φιλοσοφίας που αναζητούσα».

Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2010

Βασικά Χρώματα

Ο Wittgenstein είπε ότι «το χρώμα μάς ωθεί στο φιλοσοφείν». Είπε επίσης ότι στη φιλοσοφία δεν πρέπει κανείς να βιάζεται.

‘Βασικά’ λέγονται τα χρώματα από τα οποία μπορούν να παραχθούν όλα τ’ άλλα. Άρα άμεση συνάρτηση των βασικών χρωμάτων είναι και τα παράγωγά τους, δηλαδή αυτά που προκύπτουν όταν αναμειγνύουμε τα βασικά.
Άλλοι όροι που χρησιμοποιούνται είναι
για τα μεν: «καθαρά», «απλά», «αμιγή», «πρωτογενή»
για τα δε: «ανάμεικτα», «σύνθετα», «ενδιάμεσα», «δευτερογενή».
Εάν με ρωτούσαν, έτσι ξαφνικά, «ποια είναι τα βασικά χρώματα;», θα απαντούσα πρόχειρα, το κόκκινο, το κίτρινο και το μπλε.
Αυτό μάλλον, επειδή από τα παιδικά μας χρόνια έχουμε μάθει στη ζωγραφική ότι αναμειγνύοντας αυτά τα τρία χρώματα φτιάχνουμε όλα τ’ άλλα, και ειδικά το πράσινο αναμειγνύοντας μπλε και κίτρινο.
Θ’ αναρωτιόμουν επίσης αν θα έπρεπε να περιλάβω το μαύρο και το άσπρο, στην παραγωγή αποχρώσεων, αλλά αυτά τείνουμε να μην τα θεωρούμε χρώματα αυτά καθ’ αυτά. Στο προηγούμενο τεύχος (Cogito 01, σ. 57), ανέφερα την έκπληξή μου όταν διαπίστωσα στο μάθημα της φυσικής ότι όταν αναμειγνύεις μπλε και κίτρινο ως φωτεινές ακτίνες, το αποτέλεσμα είναι λευκό φως και όχι το αναμενόμενο από τη ζωγραφική πράσινο. Δεν ήταν μόνο αυτό το παράξενο, αλλά και ότι, στη φυσική, η τριάδα των βασικών ή απλών χρωμάτων δεν περιλάμβανε το κίτρινο αλλά, αντ’ αυτού, το πράσινο – σύνθετο, κατά τη ζωγραφική. Ανακάλυψα όμως σταδιακά ότι η έννοια των βασικών χρωμάτων είναι πολύ πιο περίπλοκη.
Όταν ο Νεύτων έκανε το πείραμα του πρίσματος κατά το οποίο μια ακτίνα φωτός διαθλάται στη διάταξη του χρωματικού φάσματος, υποστήριξε ότι τα βασικά, απλά ή καθαρά χρώματα είναι επτά – τα επτά που διακρίνονται με διαφορετική γωνία διάθλασης στο φάσμα: κόκκινο, πορτοκαλί, κίτρινο, πράσινο, μπλε ,ινδικό, μωβ. Επηρεασμένος από την άποψη ότι υπάρχει αναλογία ανάμεσα στα χρώματα και τους ήχους, ο Νεύτων ήθελε να εντοπίσει επτά χρώματα στο φάσμα, κατ’ αναλογία προς τη δυτική μουσική κλίμακα.1 Η αμηχανία του μάλιστα να βρει όνομα για ένα από τα επτά –το βαθύ μπλε– ήταν τέτοια που χρειάστηκε να ζητήσει τη βοήθεια φίλου, ο οποίος του πρότεινε τον όρο «indigo» (ινδικόν, επειδή προέρχεται από το φυτό ινδικοφόρος η βαφική).
2 Σήμερα, με τη βοήθεια της σύγχρονης τεχνολογίας, το φάσμα μπορεί να αναλυθεί σε 300έως και πάνω από 3.000 «ομοιογενείς φωτισμούς» ή ακτίνες με διαφορετική γωνία διάθλασης. Για τον Νεύτωνα τα επτά χρώματα του φάσματος ήταν βασικά διότι η ανάμειξή τους παρήγαγε λευκό φως. Ταυτόχρονα, όμως, έκανε πολλά πειράματα με μείξεις φωτεινών αχτίνων διαφορετικού χρώματος στην προσπάθειά του να εντοπίσει (α) τους συνδυασμούς που παρήγαγαν λευκό φως, (β) τον μικρότερο αριθμό χρωμάτων βάσει των οποίων μπορούσαν να παραχθούν όλα τ’άλλα. Ο Νεύτων λειτουργούσε με βάση τη σιωπηρή πεποίθηση ότι τα βασικά χρώματα για τον δεύτερο τύπο μείξης ήταν τα τρία της ζωγραφικής: κόκκινο, κίτρινο, μπλε. Αυτή η πεποίθηση ήταν τόσο εδραιωμένη που πήρε έως τα μέσα του 19ου αιώνα για να αμφισβητηθεί: «Σκοπός μου», έγραφε ο φυσικός Maxwell το 1857, «είναι να κάνω το επιστημονικό κοινό να διακρίνει ότι υπάρχει διαφορά ανάμεσα σε μια θεωρία του χρώματος [ως χρωστικής ύλης στη ζωγραφική] και σε μια θεωρία του φωτός».
3 Η πεποίθηση ότι ισχύει ο ίδιος κανόνας για τη μείξη φωτός και για τη μείξη χρωστικών αμφισβητήθηκε και από τον Helmholz στο δοκίμιο «Περί της θεωρίας των σύνθετων χρωμάτων» (1852), όπου έδειξε ότι τα πειράματα ανάμειξης του κίτρινου και του μπλε, όταν πρόκειται για ακτίνες φωτός, δεν παράγουν πράσινο, αλλά λευκό. Έτσι μια νέα σειρά πειραμάτων οδήγησε στον καθορισμό των τριών ‘φυσικών’, πλέον, βασικών χρωμάτων (κόκκινο, πράσινο, μπλε), δηλαδή εκείνων των οποίων η ανάμειξη, όταν πρόκειται για ακτίνες φωτός, παράγει όλα τ’ άλλα. Το πράσινο, από μεικτό χρώμα στη ζωγραφική, θεωρείται βασικό ή αμιγές όταν αναφερόμαστε στην οπτική μείξη. Όσο για τους κανόνες μείξης στα δυο διαφορετικά μέσα, δηλαδή στο φως και στη μπογιά, αυτοί προσδιορίζονται ως εξής: «προσθετική» μείξη στο φως, όπου το χρώμα που θα παραχθεί υπολογίζεται προσθέτοντας τα μήκη κύματος των διαφορετικών αχτίνων• και «αφαιρετική» μείξη στις χρωστικές ουσίες, όπου αφαιρείται το φάσμα απορρόφησης μιας μπογιάς ή μιας έγχρωμης επιφάνειας από το φάσμα του περιρρέοντος φωτισμού. Ο Maxwell επεσήμανε ότι η επιλογή των τριών βασικών χρωμάτων της οπτικής μείξης (κόκκινο, πράσινο, μπλε) θα μπορούσε να είναι οποιαδήποτε άλλη, αρκεί ο συνδυασμός των χρωμάτων στις σωστές αναλογίες να παράγει λευκό. Τα συγκεκριμένα τρία, όμως, ήρθαν και ταίριαξαν με την τότε σημαντικότερη θεωρία ενός άλλου επιστημονικού κλάδου, της φυσιολογίας του ματιού και της όρασης: την Τριχρωματική Θεωρία του Thomas Young (Course of Lectures on Natural Philosophy, (1807), η οποία υποστήριζε ότι η χρωματική όραση βασίζεται σε τρεις χρωματικούς υποδοχείς στα κωνία του αμφιβληστροειδή που αντιστοιχούσαν στα τρία φασματικά βασικά χρώματα της φυσικής προσθετικής μείξης.
Ας ξεκινήσουμε τώρα από άλλη πλευρά. Εάν μας ζητήσουν να ταξινομήσουμε μια μεγάλη ποικιλία χρωματικών δειγμάτων όλων των αποχρώσεων με τέτοιο τρόπο ώστε να προ έχουν εκείνα που βλέπουμε ως «καθαρά» χρώματα, το αποτέλεσμα θα ήταν τα εξής τέσσερα: κόκκινο, κίτρινο, πράσινο, μπλε. Αυτά επομένως είναι τα χρώματα που αναγνωρίζει ως βασικά η ψυχολογία της χρωματικής όρασης, η οποία ασχολείται με την αντίληψη στο επίπεδο των φαινομένων.
4 Το πράσινο εδώ θεωρείται βασικό επειδή φαίνεται αμιγές και όχι αποτέλεσμα μείξης, όπως στη ζωγραφική.
Ο Wittgenstein είπε ότι «το χρώμα μάς ωθεί στο φιλοσοφείν». Είπε επίσης ότι στη φιλοσοφία δεν πρέπει κανείς να βιάζεται. Ανάμεσα στην ώθηση και την υπομονή, ανοίγει ο χώρος αυτής της σελίδας. Σε αυτό το τεύχος, η Κατερίνα Ιεροδιακόνου συμπληρώνει τον προβληματισμό από την πλευρά της Αρχαίας Φιλοσοφίας. Με βάση αυτά τα τέσσερα χρώματα αναπτύχθηκε μια άλλη θεωρία της φυσιολογίας, η Θεωρία της Ανταγωνιστικής Διεργασίας, όπου η χρωματική όραση οφείλεται σε δύο ανταγωνιστικά νευρικά κανάλια (κόκκινο-πράσινο, κίτρινο-μπλε) – ανταγωνιστικά, με την έννοια ότι όταν ερεθίζεται ο ένας πόλος αναστέλλεται ο άλλος. Εξ ου και όσοι πάσχουν από αχρωματοψία (οι δαλτονικοί) πάσχουν συνήθως από την αδυναμία να διακρίνουν μια από αυτές τις δυο αντιθέσεις, είτε κόκκινο-πράσινο, είτε κίτρινο-μπλε. Η τάση στη σύγχρονη φυσιολογία είναι ο συνδυασμός των δύο θεωριών: Τριχρωματική στο επίπεδο της πρόσληψης στα κωνία, Ανταγωνιστική στη διεργασία μεταξύ κωνίων και οπτικού κέντρου.
5 Ποια είναι λοιπόν τα βασικά χρώματα; Η απάντηση είναι: εξαρτάται από τον χώρο στον οποίο συζητάμε. Τρία για τη ζωγραφική: κόκκινο, κίτρινο, μπλε. Τρία για τη φυσική (οπτική μείξη): κόκκινο, πράσινο, μπλε. Τέσσερα για την ψυχολογία και τη φαινομενολογία (το πώς μας φαίνονται): κόκκινο, κίτρινο, πράσινο, μπλε. Τρία ή τέσσερα για τη φυσιολογία, ανάλογα με το στάδιο της οπτικής διεργασίας. Και τι σχέση, θ’ αναρωτιόσαστε, έχουν όλα αυτά με τη φιλοσοφία; Ο Goethe, στην εισαγωγή στη Θεωρία των χρωμάτων (1810), πρότεινε ως χώρο του φιλοσόφου τα κενά διαστήματα, τις ρωγμές «όπου τέμνονται τα μονωμένα δεδομένα» από διαφορετικές επιστήμες. Εδώ έχουμε ακριβώς αυτή την περίπτωση επειδή υπάρχει ασυμμετρία μεταξύ των διαφόρων χώρων και δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε μια απάντηση για το τι είναι και ποια τα βασικά χρώματα. Αυτή η απροσδιοριστία στην έννοια του βασικού χρώματος είναι που κάνει τον φιλόσοφο να παραλύει ή να αγανακτεί. Ο Wittgenstein, μιλώντας πάντα για τα χρώματα, εντόπισε αυτή την αμηχανία: «Εδώ θα ήθελα να κάνω μια γενική παρατήρηση για τη φύση των φιλοσοφικών προβλημάτων. Στη φιλοσοφία η ασάφεια είναι βασανιστική. Ντρεπόμαστε για αυτήν. Νιώθει κανείς: δεν ξέρω τη διέξοδο, εκεί όπου θα έπρεπε να την ξέρω». Και μας προτείνει μια, θα λέγαμε, στωική λύση: «Και όμως δεν είναι έτσι. Μπορούμε να ζήσουμε κάλλιστα χωρίς αυτές τις διακρίσεις και χωρίς να ξέρουμε πώς θα βγούμε από το αδιέξοδο σ’ αυτή την περίπτωση».6 Πρόταση με την οποία διαφωνώ.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 I. Newton, Opticks, book I, part II, prop. II-III.
2 G. S. Wasserman, Color Vision: An Historical Introduction, John Wiley & Sons, 1978, κεφ. 2.
3 P.M. Harman, The Natural Philosophy of James Clerk Maxwell, Cambridge University Press 1998/ 2001, κεφ. 3, σ. 37.
4 E. Thompson, Colour Vision, Routledge, 1995, κεφ. 2, σ. 44-51.
5 Ό.π., σ. 51-65. R.L. De Valois & K.K. De Valois, «Neural Coding of Color» στο E.C. Carterette & M.P. Friedman (eds.), Handbook of Perception, vol. V, Academic Press, 1975.
6 L. Wittgenstein, Παρατηρήσεις πάνω στα χρώματα, μετάφραση Π. Χριστοδουλίδη, Εκδ. Γ.Α. Πνευματικός, 1981/87, III. 33. 052